Συνοπτική ανασκόπηση της τουρκικής οικονομίαςΚώστας Μελάς

Το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ακολούθησε το οικονομικό υπόδειγμα, το οποίο είχε τα παρακάτω βασικά χαρακτηριστικά [1]:

  1. Ιδιωτικοποιήσεις του συνόλου των παραγωγικών δραστηριοτήτων (μεταποίησης-υπηρεσιών-αγροτικής παραγωγής) και των υποδομών [2].
  2. Οι ιδιωτικοποιήσεις προκάλεσαν μεγάλη εισροή Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ), οι οποίες ακινητοποιήθηκαν στην τουρκική οικονομία προκαλώντας σημαντική αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού, μέσω της μοντέρνας τεχνολογίας που μετέφεραν. Οι ξένες πολυεθνικές επιχειρήσεις σε όλους τους τομείς που επένδυσαν μετέφεραν σύγχρονη τεχνολογία υψηλού επιπέδου.
  3. Ο εκμοντερνισμός της τουρκικής οικονομίας και ο μεγάλος όγκος των ΑΞΕ, συνοδεύτηκε από πολλαπλάσιες επενδύσεις χαρτοφυλακίου (υπολογίζω πολλαπλασιαστή >2,5).
  4. Το άνοιγμα της τουρκικής οικονομίας στη διεθνή αγορά, η μεγάλη εισροή πόρων, η υψηλή εγχώρια πιστωτική επέκταση προκάλεσαν αύξηση των επενδύσεων και της κατανάλωσης με αποτέλεσμα τη σημαντικότατη μεγέθυνση του ΑΕΠ (η συμμετοχή της βιομηχανίας ανέρχεται στο 28,5% του ΑΕΠ).
  5. Η σημαντική μεγέθυνση του ΑΕΠ, συνοδεύτηκε, pari passo, με ένα υψηλό και σταθερό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
  6. Το βασικό συμπέρασμα το οποίο εξάγεται: παρά το ότι η Τουρκία ακολουθεί ένα υπόδειγμα με οδηγό τις εξαγωγές, εντούτοις είναι η εγχώρια ζήτηση η οποία καθορίζει τις οικονομικές εξελίξεις και προσδιορίζει τη μεγέθυνση του ΑΕΠ: η εγχώρια ζήτηση υπερβαίνει πάντα το ΑΕΠ στην αναφερόμενη περίοδο.
  7. Η ακολουθούμενη δημοσιονομική πολιτική ήταν σφιχτή και σύμφωνη με τη λογική του κυρίαρχου υποδείγματος της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
  8. Αντιθέτως, η νομισματική πολιτική ήταν μόνιμα επεκτατική και πάντοτε υψηλότερη από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ. Επίσης, η πιστωτική επέκταση και το ύψος των επιτοκίων σε σχέση με τον πληθωρισμό κινήθηκαν προς την ίδια κατεύθυνση. Σε καθεστώς κυμαινομένων ισοτιμιών, η οικονομία καθίσταται περισσότερο ευάλωτη σε διαταραχές που προέρχονται από την εγχώρια αγορά χρήματος. Η αύξηση της προσφοράς χρήματος (μόνιμη και αρκετά υψηλότερη από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ) τελικά οδηγεί σε άνοδο του πληθωρισμού, σε υποτίμηση του νομίσματος (άνοδος της συναλλαγματικής ισοτιμίας), και σε αύξηση του ιδιωτικού χρέους.
  9. Δόθηκε προτεραιότητα στον εγχώριο τομέα της οικονομίας (μεγέθυνση του ΑΕΠ, παραγωγική ανασυγκρότηση) σε σχέση με τον αντίστοιχο εξωτερικό τομέα (έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, συνεχή υποτιμητική διολίσθηση του νομίσματος).
  10. Το μόνιμα παραγόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (πραγματικός τομέας) καλυπτόταν από τις εισροές (αυτόνομων δάνειων πόρων) ΑΞΕ και επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Οι εισροές αυτές ανακύκλωναν το έλλειμμα επιτρέποντας την αναχρηματοδότηση του δημιουργούμενου ιδιωτικού χρέους. Παράλληλα, συνέχιζαν να επιδρούν θετικά στη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Η αύξηση της μεγέθυνσης του ΑΕΠ φαίνεται ότι συσχετίζεται θετικά με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Συγκεκριμένα, μέχρι το 2011 ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ ήταν ετησίως κατά μέσο όρο, περίπου 8,0%, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν ετησίως και κατά μέσο όρο, 4,5% του ΑΕΠ. Την περίοδο 2012-2015 αντίστοιχα ο ρυθμός μεγέθυνσης ήταν 4,8% και το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών 3,9%. Από το 2016 (απόπειρα πραξικοπήματος, γεωπολιτικές προστριβές με ΗΠΑ, γενικότερες αναταραχές στη διεθνή οικονομία λόγω Τραμπ) μέχρι το 2019 η μεγέθυνση μειώνεται ακόμη περισσότερο, 3,6%, και το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών επίσης στο 2,95%. Μάλιστα το 2019 με ρυθμό μεγέθυνσης 0,9% το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών γίνεται θετικό, 1,2%.
  11. Θα πρέπει να αναφερθεί ένα σημαντικό στοιχείο σχετικά με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας. Αν αφαιρεθούν τα ποσά που αφορούν στην ενέργεια και στο μη νομισματικό χρυσό το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μετατρέπεται σε πλεονασματικό. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να εντοπίσουμε την ακριβή αιτία που προκαλεί το έλλειμμα. Πρόκειται για ένα δομικό πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας. Έλλειψη ενεργειακών πόρων. Το ύψος της καθαρής αξίας ενεργειακών πόρων που επιβαρύνει ετησίως το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κυμαίνεται σε 40-45 δις δολάρια.
  12. Η συνεχής ελλειμματικότητα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών απαιτούσε κάλυψη με εισρέοντες πόρους από το εξωτερικό με αποτέλεσμα την αύξηση του εξωτερικού μακροχρόνιου και βραχυχρόνιου χρέους. Το συνολικό ύψος του ανέρχεται σε 436,9 δις δολάρια (2019), ενώ το μακροχρόνιο και το βραχυχρόνιο αντίστοιχα σε 313,3 και 123,6 δις δολάρια. Το συνολικό ακαθάριστο εξωτερικό χρέος παρουσιάζει συνεχή ανοδική τάση, ενώ το 2016 (περίοδος των αναταραχών) παρουσιάζει ένα άλμα ανόδου περίπου 50 δις δολάρια. Στην ουσία, η αναχρηματοδότηση του βραχυπρόθεσμου εξωτερικού χρέους αποτελεί και το μεγάλο πρόβλημα στην παρούσα συγκυρία για την Τουρκία. Η Τουρκία, σε γενικές γραμμές, δυσκολεύεται να το αναχρηματοδοτήσει. Πρόκειται ουσιαστικά για κρίση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών.
  13. Σε μια ανοικτή οικονομία, οι φορείς της οικονομικής πολιτικής προσπαθούν να διατηρήσουν την εσωτερική ισορροπία (επίπεδο πλήρους απασχόλησης των πόρων και σταθερές τιμές) και την εξωτερική ισορροπία (επίπεδο τρεχουσών συναλλαγών που να μην είναι τόσο αρνητικό ώστε η χώρα να αδυνατεί να εξοφλήσει το εξωτερικό της χρέος, ούτε τόσο θετικό ώστε να φέρνει σ’ αυτήν τη θέση τις άλλες χώρες). Μια χώρα που έχει μεγάλα και επίμονα ελλείμματα μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει τον διαχρονικό εισοδηματικό περιορισμό της και να βρεθεί αντιμέτωπη με τον κίνδυνο μιας απότομης παύσης του εξωτερικού δανεισμού της και της δυνατότητας αναχρηματοδότησης του εξωτερικού χρέους της.
  14. Οι νομισματικές κρίσεις συχνά δεν είναι αποτέλεσμα αυθαίρετων μεταβολών των διαθέσεων της αγοράς, όπως ισχυρίζονται εξοργισμένοι, οι εμπλεκόμενοι στην κρίση φορείς της οικονομικής πολιτικής (καλή ώρα ο Ερντογάν). Η προσεκτική ανάλυση της κυβερνητικής πολιτικής και του διεθνούς περιβάλλοντος μπορεί να μας προϊδεάσει για τις αντιδράσεις των αγορών. Η κρίση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών στην τουρκική οικονομία, εμφανίζεται ως μια απώλεια εμπιστοσύνης προς την «υπόσχεση» της κεντρικής τράπεζας να διατηρήσει, αν όχι σταθερή τη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος, τουλάχιστον περίπου τον ίδιο ρυθμό διολίσθησης με τα προηγούμενα έτη. Από το 2015 και κυρίως από το 2016 η συναλλαγματική ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος σε σχέση με το δολάριο άρχισε να ανεβαίνει απότομα και σταθερά. Οι παράγοντες που προσδιορίζουν αυτή την άνοδο εντοπίζονται στη γενικότερη παγκόσμια αναταραχή λόγω των εμπορικών διενέξεων του Τραμπ με την Κίνα και τους υπολοίπους που προκάλεσαν την άνοδο της τιμής του δολαρίου μέσω της εισροής κεφαλαίων κυρίως από τις αναδυόμενες αγορές, την απόπειρα πραξικοπήματος και τις διενέξεις με τις ΗΠΑ, και τέλος από την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική που επέβαλε ο Ερντογάν.
  15. Η απώλεια διαθεσίμων που ακολουθεί το φόβο για υποτίμηση, δηλαδή η φυγή ιδιωτικών κεφαλαίων, κάνει πραγματική την υποτίμηση του νομίσματος. Η φυγή των κεφαλαίων αποτελεί ζήτημα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τις κυβερνήσεις όταν υπάρχει φόβος υποτίμησης, επειδή τα διαθέσιμα των κεντρικών τραπεζών είναι εξαρχής περιορισμένα για να αντιμετωπίσουν αυτή τη φυγή. Επίσης η φυγή των κεφαλαίων από τη στιγμή που υπάρχει εξωτερικό χρέος και μάλιστα βραχυχρόνιο, δυσκολεύει την αναχρηματοδότησή του.
  16. Στην Τουρκία από το 2015 αναφορικά με τις ΑΞΕ και από το 2013 αναφορικά με τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, παρατηρείται σημαντική μείωση στα δύο αυτά μεγέθη. Πρόκειται για μια «φυγή κεφαλαίων» με την έννοια ότι όλο και λιγότερες καθαρές ροές, από το εξωτερικό, εισέρχονται στη χώρα.Η τουρκική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη για πρώτη φορά από το 2003, σε μια ουσιαστική καμπή, προσδιοριστικοί παράγοντες της οποίας είναι:
  • Το νέο μη ευνοϊκό διεθνές οικονομικό περιβάλλον που καθορίζεται από τη διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας, την ενδυνάμωση του δολαρίου και συνεπώς την αποδυνάμωση των περιφερειακών νομισμάτων των αναδυομένων οικονομιών,
  • Η απόπειρα πραξικοπήματος και οι γεωπολιτικές διαμάχες της Τουρκίας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και η αντιπαράθεσή της με τις ΗΠΑ, γεγονότα που αποσταθεροποίησαν την εμπιστοσύνη των Δυτικών,
  • και το σημαντικότερο στον κλονισμό της εμπιστοσύνης προστέθηκε η αδυναμία της οικονομικής πολιτικής να σταθεροποιήσει το τουρκικό νόμισμα,
  • υπάρχει ένα ήδη συσσωρευμένο εξωτερικό χρέος (το κύριο πρόβλημα αφορά στο βραχυχρόνιο), το οποίο χρειάζεται να αναχρηματοδοτείται ή να μειώνεται με πόρους που προέρχονται από το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,
  • η συνεχής υποτίμηση του νομίσματος, ειδικά μετά το 2015, προκαλεί δύο αρνητικές επιπτώσεις στην τουρκική οικονομία: πρώτον, μειώνει τα συναλλαγματικά διαθέσιμα και δεύτερον, καθιστά την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους ακριβότερη,
  • επίσης, προκάλεσε σημαντική αύξηση του πληθωρισμού δείχνοντας τη σημασία της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε συνθήκες ανοικτής οικονομίας και παγκοσμιοποίησης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τουρκική οικονομία την περίοδο 2005-2016 παρουσίασε ετήσιο πληθωρισμό, κατά μέσο όρο, περίπου στο 9,0% (κυμάνθηκε από 6,4% έως 10,06%). Άρα ο πληθωρισμός ήταν πάντα παρών κατά την περίοδο της μεγάλης μεγέθυνσης του ΑΕΠ.
  1. Η μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων αρχίζει ουσιαστικά από τα μέσα του 2015 και το γεγονός αυτό συνάδει απολύτως με όσα έχουμε αναφέρει. Τα συναλλαγματικά αποθέματα τον Απρίλιο 2020 ήταν 86,3 δις δολάρια εκ των οποίων τα 50,1 δις αποτελούνται από δολάρια ΗΠΑ και 34,8 δις δολάρια σε χρυσό. Αν από τα συναλλαγματικά αποθέματα αφαιρεθούν οι υποχρεώσεις που λήγουν εντός ενός έτους (collateral και άλλου είδους εγγυήσεις για δάνεια) ύψους 30,2 δις δολάρια τότε τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα είναι 56,3 δις δολάρια. Τα συναλλαγματικά αποθέματα είχαν ανοδική πορεία μέχρι και το 2014 (γεγονός που συνάδει με την αυξητική άνοδο του ΑΕΠ, την αύξηση των εισροών ξένων κεφαλαίων, και τη μικρή αλλά συνεχή διολίσθηση του νομίσματος) και είχαν φθάσει στο ύψος των 135 δις δολαρίων.
  2. Μετά από όσα έχουν αναφερθεί, εύκολα συνάγεται ότι αποτέλεσμα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, είναι η δημιουργία ενός υψηλού εξωτερικού βραχυχρόνιου χρέους το οποίο δυσκολεύεται να αναχρηματοδοτήσει. Τον Μάρτιο 2020, το συνολικό ύψος του ανέρχεται σε 168,8 δις δολάρια εκ των οποίων 121,6 δις δολάρια είναι το ιδιωτικό χρέος και 38,8 δις δολάρια το δημόσιο. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει συνολικό χρέος 82,8 δις (δημόσιος 31,6 και ιδιωτικός 51,2 δις δολάρια) περίπου το 50,0% του συνολικού. Οι λοιπές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν εξωτερικό βραχυχρόνιο χρέος ύψους 70,4 δις δολάρια. Το εξωτερικό ιδιωτικό βραχυχρόνιο χρέος αυξήθηκε σημαντικά την περίοδο 2009-2014 όταν άγγιξε τα 140 δις δολάρια.
  3. Αντιμέτωπη με αυτά τα προβλήματα η κυβέρνηση του Ερντογάν αποφάσισε να συνεχίσει την πολιτική που ακολουθούσε όταν οι συνθήκες (διεθνείς και εγχώριες) το επέτρεπαν. Με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζει σήμερα. Έχει λογική αυτή η πολιτική; Ο Ερντογάν πιστεύει απλά ότι ο μόνος τρόπος να γίνει υπέρβαση των δυσκολιών είναι η συνεχής μεγέθυνση του ΑΕΠ, έστω και αν αυτό επιφέρει πρόσκαιρες δυσκολίες στη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος και όχι μόνο. Φαίνεται ότι η μεγέθυνση του εγχώριου (πραγματικού) τομέα ήταν πάντοτε το πρώτο μέλημα και ο παράγοντας που εξασφάλιζε σε βάθος χρόνου την επίλυση των προβλημάτων που γεννιούνται στο νομισματικό τομέα της οικονομίας. Η μεγέθυνση του ΑΕΠ θεωρητικά αποτελεί κριτήριο για την εισροή κεφαλαίων, δεδομένου ότι σε οικονομία με υψηλό και αυξανόμενο εισόδημα ασκεί θετικό κίνητρο για άμεσες και άλλου είδους επενδύσεις από το εξωτερικό. Θεωρεί δηλαδή ότι κλείνοντας τα μάτια στα υπαρκτά προβλήματα (συσσώρευση εξωτερικού χρέους, υποτίμηση του νομίσματος, αδυναμία ή δυσκολία αναχρηματοδότησης του χρέους) η μεγέθυνση του ΑΕΠ θα τα «καλύψει» και θα επανέλθει η περίοδος της πρώτης δεκαετίας της διακυβέρνησης του κόμματος Δημοκρατίας και Ανάπτυξης. Η συγκεκριμένη επιλογή θέτει την πορεία της τουρκικής οικονομίας στην κόψη του ξυραφιού. Κατ’ αρχάς δεν αντιμετωπίζει, ως οργανικό ζήτημα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής το πρόβλημα του βραχυχρόνιου εξωτερικού χρέους. Η λύση που επιδιώκεται να βρεθεί με εναλλακτικούς τρόπους δανεισμού (δάνεια από φιλικές χώρες ή μέσω πράξεων ανταλλαγής νομισμάτων επίσης με φιλικές χώρες), αποτελεί μόνο πρόσκαιρη λύση. Μια μόνιμη λύση θα ήταν ή η σταδιακή αποπληρωμή του (κάτι που απαιτεί πόρους πλεονάζοντες, π.χ. από το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών –κάτι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο– ή εισροή πόρων από το εξωτερικό – επίσης δύσκολο στην παρούσα συγκυρία. Παράλληλα, η παρούσα αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του τουρκικού νομίσματος θα πρέπει να θεωρείται κάτι το μη αναστρέψιμο, γεγονός που θέτει την τουρκική οικονομία σε νέο πλαίσιο λειτουργίας, στο οποίο σημείο αναφοράς είναι η τάση για συνεχή διολίσθηση του νομίσματος. Το συνεχές πρόβλημα που θα αντιμετωπίζει αυτού του είδους η οικονομική πολιτική είναι ότι: σε καθεστώς κυμαινόμενων ισοτιμιών και σε συνθήκες ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων σε παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, βραχυχρόνια, η συναλλαγματική ισοτιμία προσδιορίζεται πάνω απ’ όλα σε συνάρτηση με τις μεταβολές ζήτησης και προσφοράς στις νομισματικές και χρηματιστηριακές αγορές (τρέχοντα επιτόκια, προσδοκίες για μελλοντικές αποδόσεις), παρά σε συνάρτηση με μεταβλητές που επηρεάζονται ευθέως από ανισορροπίες προσφοράς και ζήτησης στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.
  4. Η διολίσθηση του νομίσματος προκαλεί επιδράσεις ανατροφοδότησης σε εγχώριες μεταβλητές. Συγκεκριμένα θέτει σε κίνηση μια πληθωριστική διαδικασία μέσω διαφόρων καναλιών. Οι πληθωριστικές αυτές πιέσεις τείνουν να μειώσουν ή να ακυρώσουν την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων που προκλήθηκε από την υποτίμηση με σκοπό την εξισορρόπηση του ισοζυγίου πληρωμών. Οι παραπάνω ανατροφοδοτήσεις επιδρούν δυσμενώς στην πραγματική οικονομία, η οποία προφανώς δεν δύναται να κινηθεί αυτόνομα από τις αντίστοιχες νομισματικές εξελίξεις. Αργά η γρήγορα οι επιδράσεις αυτές θα συσσωρευθούν σε τέτοιο βαθμό που πάλι θα υπάρξει περίοδος κρίσης δεδομένου της υφιστάμενης «ανισορροπίας» και πάλι τότε θα πρέπει να υπάρξει κάποιο είδος προσαρμογής. Υπ’ αυτή την έννοια η τουρκική οικονομία βαδίζει στην κόψη του ξυραφιού και όχι ότι είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης ή ότι αποτελεί μια οικονομία αδύνατη και ασθενική.

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Το πλήρες κείμενο με τα στατιστικά στοιχεία υπάρχει στο: https://www.kostasmelas.gr/meletes/to-oikonomiko-ypodeigma-poy-akoloythise-ei-to-komma-tis-dimokratias-kai-anaptyxis/

[2] Βλ.: Κ. Μελάς, Ακτινογραφώντας την τουρκική οικονομία, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2013.