Για το «Κόκκινο Κύμα» στη Λατινική ΑμερικήΓρηγόρης Κοτσίρης

Στις 19 Νοεμβρίου ο Χαβιέρ Μιλέι, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, εξελέγη νέος πρόεδρος της Αργεντινής με 55,69% των ψήφων. Μόλις εξελέγη αυτός ο ακροδεξιός φιλελεύθερος οικονομολόγος, γνωστός ως «αργεντινή εκδοχή του Τραμπ», ανακοίνωσε ότι θα έκανε την Αργεντινή «ξανά παγκόσμια δύναμη».

Ωστόσο, για ορισμένους πολιτικούς παρατηρητές, μια άλλη σημασία της εκλογής του Μιλέι μπορεί να αξίζει περισσότερης προσοχής. Ως πίσω αυλή των Ηνωμένων Πολιτειών, οι χώρες της Λατινικής Αμερικής κινούνται επίσης μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Αφού η Λατινική Αμερική βίωσε μια γενική «στροφή προς τα αριστερά» τα προηγούμενα χρόνια, αποτελεί η εκλογή του Μιλέι το προοίμιο για την επόμενη «στροφή προς τα δεξιά»;

Τα τελευταία χρόνια, ορισμένα αριστερά κόμματα της Λατινικής Αμερικής έχουν σημειώσει επιτυχίες στις προεδρικές εκλογές, πυροδοτώντας ένα «νέο κύμα» αριστερών προέδρων που αναλαμβάνουν την εξουσία. Οι πρόεδροι που ήρθαν στην εξουσία μέσω των εκλογών στη Χιλή, την Κολομβία και τη Βραζιλία το 2022 ανήκουν όλοι σε αριστερά κόμματα. Αυτό το αριστερό κύμα είχε ανοδική δυναμική.

Στην Ευρώπη, οι ακροδεξιές δυνάμεις καταλαμβάνουν περισσότερες έδρες στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις συνασπισμού, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Δύο εντελώς διαφορετικές πολιτικές τάσεις, αλλά και οι δύο αντιμετωπίζουν την ίδια κατάσταση μαζικής δυσαρέσκειας στην κοινωνία.

Υπό τη συνδυασμένη επιρροή της φτώχειας, της ανισότητας, της μεταναστευτικής πίεσης, του πληθωρισμού, της ακρίβειας και των προβλημάτων που σχετίζονται με την πανδημία του κορωνοϊού, η πολιτική ισορροπία έχει αρχίσει να χαλαρώνει και να προσαρμόζεται, αντιμετωπίζοντας επίσης τις προκλήσεις της νέας εποχής.

Η Λατινική Αμερική κινείται σταδιακά προς τα αριστερά, ενώ δεξιά στοιχεία στην Ευρώπη αρχίζουν να επεκτείνουν τη σφαίρα επιρροής τους.

Προς το παρόν, η κοινωνική δυσαρέσκεια εντείνεται και η οικονομική κατάσταση δεν είναι αισιόδοξη. Σε αυτό το γενικότερο περιβάλλον, ανεξάρτητα από το αν το κυβερνών κόμμα είναι αριστερό ή δεξιό, οι ψηφοφόροι είναι καχύποπτοι για τα κυβερνώντα κόμματα και συχνά στρέφονται αποφασιστικά, προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ

Στη Λατινική Αμερική, αναδύονται πολλά νέα διλήμματα και προκλήσεις, ασκώντας τεράστια πίεση στους κυβερνώντες να επιτύχουν τους στόχους και τις υποσχέσεις που δόθηκαν στις εκλογές. Από την άλλη, συχνά οι πλειοψηφίες των εδρών στο κοινοβούλιο και οι εκλεγμένοι κυβερνώντες δεν ανήκουν όλοι στο ίδιο κόμμα.

Η τρέχουσα κατάσταση των αριστερών προέδρων της Λατινικής Αμερικής είναι διαφορετική από εκείνη των αρχών του 21ου αιώνα και οι πολιτικές τάσεις στην πραγματικότητα δεν είναι σταθερές. Επειδή τα πράγματα δεν είναι ασπρόμαυρα, υπάρχουν πολλά γκρίζα επίπεδα που η πολιτική δεν είναι ούτε αριστερή ούτε δεξιά, ενώ υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ του σκοπού, του οράματος και των ενεργειών των πολιτικών κομμάτων.

Συνήθως, το κυβερνών κόμμα που ανήλθε στην εξουσία υποσχέθηκε να κάνει αλλαγές, κάτι που ήταν ο λόγος για τον οποίο οι ψηφοφόροι το ψήφισαν, αλλά η πραγματική εφαρμογή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εάν αυτή η πολιτική δυναμική μπορεί να συνεχιστεί. Η πλήξη, η απογοήτευση του κοινού και η φωνή της δυσαρέσκειας, αντικατοπτρίζεται τελικά στις ψήφους

Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται ένα αριστερό κύμα στη Λατινική Αμερική, είναι όμως η πρώτη φορά στην ιστορία που οι τέσσερις μεγάλες οικονομίες της Λατινικής Αμερικής – Μεξικό, Χιλή, Κολομβία και Βραζιλία, ενώ η Πέμπτη, η Αργεντινή πρόσφατα έκανε μια επιλογή δεξιού προέδρου – διοικούνται ταυτόχρονα από αριστερά κόμματα. Ωστόσο, οι αλλαγές στην πολιτική κατεύθυνση αυτών των χωρών δεν ήταν τυχαίες.

Καθοδηγούμενη από χρόνια δυσαρέσκειας της πλειοψηφίας της κοινωνικής βάσης, η Λατινική Αμερική έχει διαμορφώσει την τρέχουσα πολιτική της κατάσταση. Στη λατινοαμερικανική ήπειρο, πολλοί εσωτερικοί κοινωνικοί παράγοντες κάνουν τους αριστερούς πολιτικούς στόχους και προγράμματα πιο δημοφιλή στο κοινό. Αυτοί οι παράγοντες είναι κυρίως η σοβαρή κοινωνική αδικία και η αυξανόμενη εξάπλωση της φτώχειας. Υπό τέτοιες συνθήκες, η ρητορική των αριστερών κομμάτων είναι πιο πιθανό να βρει πρόσφορο έδαφος για ανάπτυξη.

Υπό την πίεση των μεγάλης κλίμακας λαϊκών διαδηλώσεων στη Χιλή και την Κολομβία, τα κυβερνητικά σχέδια που είχαν καταρτιστεί και εφαρμόζονταν, έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές. Η κοινωνική αδικία, το υψηλό κόστος ζωής, η ανάγκη για καθολική πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση και η ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και ζητημάτων που σχετίζονται με τοπικές αυτόχθονες ομάδες, έχουν προκαλέσει τη δημόσια δυσαρέσκεια και οδήγησαν άμεσα σε αυτές τις διαδηλώσεις. Αυτό είναι μια αντανάκλαση της γενικής δυσαρέσκειας του λαού για την άρχουσα τάξη, απαιτώντας αλλαγές από την κυβέρνηση.

Ο Γκάμπριελ Μπόριτς είναι ο ηγέτης του κινήματος κοινωνικής διαμαρτυρίας της Χιλής το 2019. Κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στη Χιλή τον Μάρτιο του 2022 και έγινε πρόεδρος της Χιλής. Δεν είναι μόνο ο νεότερος πρόεδρος στην ιστορία της Χιλής, αλλά και ένας κεντροαριστερός ακτιβιστής. Αποτέλεσμα της λαϊκής δυσαρέσκειας που προκάλεσε η κυβέρνηση του Σεμπαστιάν Πινιέρα για πολλά χρόνια. Στο παρελθόν, η Χιλή ήταν κάποτε γνωστή ως η πιο σταθερή οικονομία στη Λατινική Αμερική, αλλά αυτή η κατάσταση έπαψε να υφίσταται.

Τον Ιούνιο του 2022, η Κολομβία γνώρισε επίσης ένα τέτοιο εκλογικό ορόσημο. Οι αριστερές δυνάμεις μπήκαν για πρώτη φορά με αξιώσεις στην πολιτική σκηνή της χώρας και ο Γκουστάβο Πέτρο έγινε πρόεδρος της Κολομβίας. Ο Γκουστάβο Πέτρο κέρδισε τις εκλογές μετά από μια σκληρή διαμάχη μεταξύ του αντιπάλου του Ροδόλφο Ερνάντες, του πρώην δημάρχου της Μπουκαραμάνγκα στη βόρεια Κολομβία και του Φεντερίκο Γκουτιέρες, ενός μεγιστάνα των κατασκευών. Αυτοί οι δύο υποψήφιοι ήταν οι πρωταγωνιστές του δεύτερου γύρου των εκλογών, αποκλείοντας παραδοσιακά δεξιά στοιχεία και ενσωματώνοντας πλήρως τα αιτήματα του λαού για αλλαγή.

Ο Πέτρο ήξερε πώς να απαντήσει στη δυσαρέσκεια του κόσμου. Πρότεινε λύσεις στα βασικά προβλήματα που ταλανίζουν την κοινωνία που υπέφερε από την κοινωνική αδικία. Αυτός ήταν και ο λόγος που κέρδισε τις εκλογές.

Οι εμπειρίες των ανθρώπων κατά τη διάρκεια της πανδημίας έκαναν ακόμη πιο δυνατές τις εκκλήσεις για αλλαγή. Απαιτούσαν από τις κυβερνήσεις να αλλάξουν τον τρόπο που κυβερνούσαν. Αυτή είναι μια από τις βασικές αιτίες της έλευσης της κεντροαριστεράς στην εξουσία σε πολλές σημαντικές οικονομίες στα Λατινικά Αμερική. Γιατί, λόγω της έκρηξης της κρίσης στη δημόσια υγεία στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, συνεχίστηκαν οι διαμαρτυρίες και οι διαδηλώσεις εκφράζοντας την κοινωνική δυσαρέσκεια για την επιδείνωση της κοινωνικής αδικίας. Ως εκ τούτου, οι εθνικές πολιτικές θα έπρεπε να ωφελούν όλους τους ανθρώπους και να μειώνουν το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Η μείωση του σημερινού εξαιρετικά υψηλού αριθμού φτωχών στη Λατινική Αμερική, καθώς και η διαμόρφωση δομών κοινωνικού κράτους, είναι το κύριο μήνυμα και απευθύνεται στο εκλογικό σώμα.

Στο Μεξικό, η απαίτηση της κοινωνικής βάσης για τερματισμό της κοινωνικής αναταραχής και την εξάλειψη της μακροχρόνιας διαφθοράς και της βίας που προκαλείται από τη διακίνηση ναρκωτικών, ήταν επείγουσα. Υπήρχε επίσης έντονη ανταπόκριση από όλα τα κοινωνικά στρώματα και έτσι το 2018, ο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, έγινε ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος αριστερός πρόεδρος.

Η Αργεντινή επέστρεψε στους κόλπους των αριστερών κομμάτων το 2019. Μετά την ανατροπή της δεξιάς κυβέρνησης του επιχειρηματία Μαουρίσιο Μάκρι, τη τελευταία δημοφιλή πρόεδρο, Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ, διαδέχτηκε ο Αλμπέρτο Φερνάντες (στη κυβέρνηση του οποίου η Κίρχνερ ορκίστηκε ως αντιπρόεδρος), για να ακολουθήσει ο ακροδεξιός Χαβιέρ Μιλέι. Αυτή η πολιτική εναλλαγή στην Αργεντινή είναι πιο γρήγορη από ό,τι σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ωστόσο, στο πλαίσιο του σοβαρού πληθωρισμού και της οικονομικής κρίσης στην Αργεντινή, τα κόμματα της αντιπολίτευσης αποδίδουν την ευθύνη για την τρέχουσα κατάσταση στην Αργεντινή στην Κριστίνα Φερνάντες και τον σύζυγό της Νέστορ Κίρχνερ, η κυβέρνηση του οποίου, υπέφερε από παρατεταμένη αναποτελεσματική διαχείριση της εξουσίας.

Επιπλέον, αν και η Ονδούρα δεν είναι μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες στο νότιο ημισφαίριο, μετά από δύο θητείες ως προέδρου του δεξιού πολιτικού Χουάν Ορλάντο Ερνάντες (σήμερα φυλακισμένος στις Ηνωμένες Πολιτείες για κατηγορίες διακίνησης ναρκωτικών), η χώρα σταδιακά κινήθηκε προς τα αριστερά, εκλέγοντας τη Σιομάρα Κάστρο.

Η εσωτερική πολιτική τάση στον Ισημερινό έχει επίσης αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Ο Ισημερινός διοικούνταν κάποτε από τον αριστερό πολιτικό Λενίν Μορένο, αλλά το 2021, ο δεξιός πρόεδρος Γκιγιέρμο Λάσο ανέλαβε την εξουσία. Η τρέχουσα εγχώρια κατάσταση στον Ισημερινό είναι στην πραγματικότητα αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης των ψηφοφόρων μετά από αρκετά χρόνια αριστερής διακυβέρνησης. Εκτός από την ενίσχυση της συντηρητικής ιδεολογίας, η τότε κυβέρνηση απέτυχε να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στην κοινωνία, σε άλλες πτυχές.

ΤΟ «ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΥΜΑ» ΚΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Πολλοί ειδικοί έχουν πει ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των σημερινών αριστερών κομμάτων στη Λατινική Αμερική. Συχνά γίνεται συζήτηση για αυτά τα αριστερά κόμματα συνολικά, λέγοντας ότι η Λατινική Αμερική είναι πλέον κόκκινη και αριστερή, αλλά στην πραγματικότητα, οι διαφοροποιήσεις είναι αισθητές.

Στην πραγματικότητα, οι κυβερνήσεις ορισμένων χωρών της Λατινικής Αμερικής είναι σοσιαλδημοκρατικές αριστερές κυβερνήσεις, οι οποίες μοιάζουν πολύ με τις αριστερές κυβερνήσεις ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών. Οι πολιτικές τους ιδέες περιλαμβάνουν την κοινωνική ελευθερία, ενώ και η προστασία του περιβάλλοντος βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο τους, όπως για τον Γκάμπριελ Μπόριτς από τη Χιλή. και τον Γκουστάβο Πέτρο της Κολομβίας, αλλά όχι για τον Μεξικανό πρόεδρο Λόπες Ομπραδόρ ή τον Βολιβιανό πρόεδρο Λουίς Άρσε.

Τα προοδευτικά κόμματα στη Λατινική Αμερική εργάζονται επίσης σκληρά για να επιτύχουν συναίνεση στις κυβερνήσεις συνασπισμού, όπως ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα,. Ο Λούλα υπηρέτησε ως πρόεδρος της Βραζιλίας τη δεκαετία του 2010 και επέστρεψε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2023.

Ο Λούλα δημιούργησε έναν συνασπισμό νέων κομμάτων για να επιστρέψει στην εξουσία, τον ευρύτερο συνασπισμό στην πολιτική ιστορία της Βραζιλίας, ο οποίος περιελάμβανε επίσης και κεντροδεξιά κόμματα.

Παράλληλα, οι αριστεροί ηγέτες που έχουν αναδυθεί στο νέο «κόκκινο κύμα» στη Λατινική Αμερική δίνουν μεγάλη σημασία και έχουν προτείνει σχετικές πολιτικές, σε θέματα όπως ο φεμινισμός, η προστασία του περιβάλλοντος, οι ομάδες LGBTIQ+ και τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών.

Ωστόσο, δεν υποστηρίζουν όλες οι αριστερές κυβερνήσεις στις χώρες της Λατινικής Αμερικής αυτά τα ζητήματα. Για παράδειγμα, δεν δεσμεύονται όλες οι αριστερές κυβερνήσεις στις χώρες της Λατινικής Αμερικής να προστατεύουν τα δικαιώματα της LGBTIQ+ κοινότητας και όλων των γυναικών, όπως η μεξικανική κυβέρνηση που θεωρεί ότι οι φεμινιστικές οργανώσεις αποτελούν απειλή για την κυβέρνηση και όχι σύμμαχο.

Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι, οι πρόεδροι των τεσσάρων μεγαλύτερων οικονομιών της Λατινικής Αμερικής δεν έχουν προτείνει μεγάλα μεταρρυθμιστικά σχέδια που είναι αντίθετα με το τρέχον πολιτικό σύστημα και τη δημοκρατική τάξη. Βασικά αναζητούν εσωτερική συναίνεση.

Δείχνουν επίσης, ότι έχουν αλλάξει κάποιους από τους προεκλογικούς στόχους, που είχαν υιοθετήσει στις προεκλογικές τους ομιλίες. Οι ομιλίες τους είναι πιο περιβαλλοντικά προσανατολισμένες, τα προγράμματά τους στοχεύουν περισσότερο τους αυτόχθονους πληθυσμούς και τις μειονοτικές ομάδες, καθώς και προς την οικοδόμηση ενός πιο ισότιμου κοινωνικού κράτους Αλλά, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή τη φορά οι μεταρρυθμίσεις είναι ένα κόκκινο κύμα. Μάλλον είναι ένα πολυεπίπεδο ροζ κύμα, ή μια σειρά μεταρρυθμίσεων που προτείνονται ακόμα και από την κεντροδεξιά και στην πραγματικότητα, δεν έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην τρέχουσα κατάσταση των χωρών της Λατινικής Αμερικής.

ΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ

Τα αριστερά κόμματα κέρδισαν τις γενικές εκλογές στο Μεξικό, την Κολομβία, τη Βραζιλία και τη Χιλή. Ωστόσο, η πλειοψηφία των εκλεγμένων βουλευτών ανήκει σε δεξιά κόμματα.

Υπάρχει μια αντίληψη μεταξύ των πολιτικών αναλυτών. ότι αφού πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής γνώρισαν δικτατορίες και αυταρχικούς ηγέτες τον 20ο αιώνα, οι ψηφοφόροι τείνουν να μειώνουν τη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια ενός κόμματος, κατά τη διάρκεια των εκλογών. Τις περισσότερες φορές αναζητούν μια ισορροπία. Πιστεύουν και ψηφίζουν κυβερνήσεις και προέδρους που μπορούν να βοηθήσουν ευάλωτες ομάδες, αλλά ταυτόχρονα, τείνουν επίσης να προωθήσουν ορισμένους περιορισμούς στο κυβερνών κόμμα μέσα από τις εκλογές, ώστε να αποφευχθεί η εμφάνιση μιας δικτατορίας, ή μιας αυταρχικής κυβέρνησης.

Αυτός ο μηχανισμός εξισορρόπησης παρέχει επίσης ορισμένους ελέγχους και ισορροπίες μεταξύ των τοπικών και κεντρικών κυβερνήσεων. Οι αυτοδιοικητικοί παράγοντες ξέρουν πώς να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δύναμη για να ελέγξουν τον μηχανισμό εξισορρόπησης. Ως εκ τούτου, οι τοπικές κυβερνήσεις μπορούν να λάβουν εντελώς διαφορετικές θέσεις από αυτές που υιοθετούν οι κυβερνήσεις σε εθνικό επίπεδο. Ταυτόχρονα, αυτή η κατανομή δικαιωμάτων και ισχύος, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα κάθε πολιτικού κόμματος να εκπροσωπεί τα συμφέροντα των μαζών.

Μετά τις εκλογές του 2021 στη Χιλή, στο κοινοβούλιο της χώρας, η επιρροή των αριστερών κομμάτων στη Βουλή των Αντιπροσώπων αποδυναμώθηκε και τα δεξιά κόμματα αντιστοιχίστηκαν ισομερώς με τα αριστερά στη Γερουσία, για πρώτη φορά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα κοινοβούλιο με τέτοια σύνθεση, σημαίνει ότι οι σημερινοί κυβερνώντες πρέπει να διαπραγματευτούν σε έναν στενό χώρο ελευθερίας επιλογών και να αγωνιστούν για να ξεπεράσουν αυτόν τον ισχυρό περιορισμό.

Ο πρόεδρος της Χιλής Γκάμπριελ Μπόριτς σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με αριστερά και κεντροαριστερά κόμματα, αλλά με την πάροδο του χρόνου ο Μπόριτς σταδιακά πλησίασε στο κέντρο και ακόμη, μετά την ήττα στις εκλογές του Κογκρέσου, ενσωμάτωσε ιδέες και σχέδια κάποιων δεξιών δυνάμεων στο κυβερνητικό πρόγραμμα.

Για να έρθει στην εξουσία, ο Πρόεδρος της Βραζιλίας Λούλα σχημάτισε επίσης έναν ευρύ συνασπισμό κομμάτων, συμπεριλαμβανομένων κομμάτων με αντίθετες ιδεολογίες.

Στην Κολομβία, ο Πέτρο ανέβηκε στην προεδρία με την υποστήριξη αριστερών δυνάμεων, αν και υπήρχε μια ισορροπία μεταξύ αριστερών και δεξιών κομμάτων. Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2022, η κατάσταση εκτονώθηκε αφού παραδοσιακά κόμματα, όπως το Συντηρητικό Κόμμα, το Φιλελεύθερο Κόμμα και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Εθνικής Ενότητας προσχώρησαν και εδραίωσαν την ισχύ του αριστερού συνασπισμού. Το Κόμμα του Δημοκρατικού Κέντρου έγινε κόμμα της αντιπολίτευσης, ενώ άλλα κόμματα δήλωσαν ότι θα παραμείνουν ανεξάρτητα. Σε γενικές γραμμές, αυτή η κατάσταση ευνοεί τον Πέτρο, για να περάσει και να εφαρμόσει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις.

Στην Αργεντινή, για πρώτη φορά από την εγκαθίδρυση του δημοκρατικού συστήματος το 1983, έκαναν βήματα προς την ακροδεξιά, κυρίως το Φιλελεύθερο και Προοδευτικό Κόμμα. Αυτά τα κόμματα απετέλεσαν τη βάση της συμμαχίας που έφερε στην εξουσία τον Χαβιέρ Μιλέι.

Το κυβερνών κόμμα του Μεξικού έχασε το πλειοψηφικό του πλεονέκτημα στις γενικές εκλογές του 2021, ενώ ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης πλειοψήφησε στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας. Το πρόβλημα τώρα δεν αφορά μια κατάσταση διχασμού, αλλά το ότι η παρούσα ισορροπία δυσκολεύει την κυβέρνηση να κυβερνήσει.

Ο έκπτωτος πρόεδρος του Περού, ο αριστερός Πέδρο Καστίγιο, αντιμετώπισε μια πιο δύσκολη κατάσταση. Ο Καστίγιο κέρδισε τις προεδρικές εκλογές το 2021, αλλά κανένα κόμμα στο κοινοβούλιο δεν μπορούσε να υποστηρίξει την προεδρεία του, καθώς τα περισσότερα μέλη του κοινοβουλίου ήταν δεξιοί βουλευτές.

Το περουβιανό σύνταγμα μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη αστάθεια στην κυβέρνηση. Οι έλεγχοι και οι ισορροπίες δυνάμεων είναι εξαιρετικά σημαντικοί, επιτρέποντας στο Κογκρέσο να απομακρύνει εύκολα τον επικεφαλής της κυβέρνησης και μια τέτοια σχέση μεταξύ του Κογκρέσου και της κυβέρνησης, δημιουργεί μεγάλη αστάθεια. Τελικά το κοινοβούλιο ενέκρινε τις προτάσεις για την καθαίρεση του από την προεδρία, με παράλληλη παραπομπή σε δίκη για διαφθορά. Ως εκ τούτου, ο Πέδρο Καστίγιο παρέμεινε στην εξουσία για λιγότερο από δύο χρόνια.

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Στη Χιλή, το δημοψήφισμα για ένα νέο σύνταγμα ήταν ένα από τα κύρια αιτήματα των βίαιων κοινωνικών διαδηλώσεων το 2019, ένα θέμα που αποδυνάμωσε σημαντικά την αξιοπιστία της κυβέρνησης Μπόριτς. Επιπλέον, ο δείκτης δημοτικότητας του Μπόριτς στις δημοσκοπήσεις είναι χαμηλός, υποχωρώντας στο 23% τον Οκτώβριο του 2023. Να επισημανθεί ότι, όταν ο Μπόριτς έγινε πρόεδρος ο δείκτης δημοτικότητάς του ήταν στο 50%.

Στην Κολομβία, η κυβέρνηση του Γκουστάβο Πέτρο ψήφισε τo 2022 ένα νομοσχέδιο φορολογικής μεταρρύθμισης, ελπίζοντας να χρησιμοποιήσει αυτό το νομοσχέδιο για να προωθήσει την ομαλή εφαρμογή της φιλολαϊκής πολιτικής της. Επί του παρόντος, η δημοτικότητά του μεταξύ των ψηφοφόρων είναι χαμηλή, αφού ηττήθηκε στις αυτοδιοικητικές εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 2023, κερδίζοντας μόνο 2 από τις 32 περιφέρειες της χώρας. Σε αντίθεση με το σχέδιό του για αντι-νεποτισμό στον διορισμό αξιωματούχων, ο Πέδρο χρησιμοποίησε την εξουσία για να διορίσει αξιωματούχους σε πολλές θέσεις. Το μεγαλύτερο σκάνδαλο θεωρήθηκε ότι ήταν ο διορισμός της ως υπουργού Εργασίας, της Γκλόρια Ραμίρες, η οποία είχε εμπλοκή στο πολιτικό σκέλος του FARC. Η ίδια ερευνήθηκε και αργότερα αφέθηκε ελεύθερη.

Η Κολομβία βιώνει αυτή τη στιγμή μια άνευ προηγουμένου υποτίμηση του πέσο έναντι του δολαρίου ΗΠΑ και οι λόγοι μπορούν να αποδοθούν σε δύο πράγματα. Πρώτον, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Κολομβίας αύξησε τα επιτόκια. Δεύτερον, η πιθανότητα μείωσης των γεωτρήσεων και των εξαγωγών πετρελαίου λόγω της εφαρμογής του νομοσχεδίου για την προστασία του περιβάλλοντος, έχει προκαλέσει αναταραχή στην αγορά. Το πετρέλαιο θεωρείται ως το κύριο εξαγωγικό προϊόν της Κολομβίας, μαζί με τον καφέ.

Στο Μεξικό, πολλοί πολιτικοί κατηγορούν τις μεταρρυθμίσεις του Λόπεζ Ομπραντόρ ως εξαιρετικά αυθαίρετες και αυταρχικές, που επηρεάζουν σοβαρά την ανεξαρτησία ορισμένων κρατικών θεσμών, όπως η Εθνική Εκλογική Επιτροπή. Αν και στην τέταρτη κυβερνητική του έκθεση τον Σεπτέμβριο του 2022, ο Ομπραντόρ τόνισε ότι είχε ολοκληρώσει τις 94 από τις 100 δεσμεύσεις, συνάντησε πολλές επικρίσεις, που τον κατηγορούσαν για αδράνεια ή ελλιπή δράση. Η μια αφορά τη δέσμευσή του να μειώσει τους μισθούς των ανώτερων κυβερνητικών αξιωματούχων και να αυξήσει τους μισθούς για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης που κερδίζουν λιγότερα από 1.000 δολάρια το μήνα. Η δεύτερη αφορά την εγκληματικότητα. Τα περιστατικά βίας και δολοφονιών γυναικών είναι εξαιρετικά υψηλά, αλλά και οι δραστηριότητες των οργανώσεων διακίνησης ναρκωτικών είναι ατελείωτες.

Στη Βραζιλία, ο Λούλα ήρθε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2023. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι προετοιμάστηκε για άλλη μια φορά, για την περίπλοκη και δύσκολη πρόκληση της μείωσης της φτώχειας. Ο Λούλα έκανε μεγάλα επιτεύγματα στη μείωση της φτώχειας κατά την τελευταία του διακυβέρνηση, αλλά τώρα πρέπει να ολοκληρώσει αυτό το έργο υπό διαφορετικές συνθήκες.

Οι ειδικοί συμφωνούν ότι οι αριστεροί ηγέτες σε αυτές τις χώρες της Λατινικής Αμερικής αντιμετωπίζουν σήμερα μεγαλύτερες προκλήσεις και περιορισμούς, από ό,τι στις αρχές του 21ου αιώνα. Επειδή οι τιμές των πρώτων υλών ήταν ευνοϊκές εκείνη την εποχή, ο οικονομικός κύκλος των χωρών ήταν πολύ πιο σταθερός, αλλά δεδομένης της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης, είναι πιο δύσκολη η υλοποίηση κοινωνικών προγραμμάτων.

Αν και τα οικονομικά επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την εφαρμογή ορισμένων βασικών πολιτικών προγραμμάτων, υπάρχουν και άλλοι πολύ σημαντικοί παράγοντες στη Λατινική Αμερική, που μπορούν να αξιολογήσουν το κυβερνητικό έργο και να επηρεάσουν τη μελλοντική κατεύθυνση των ψήφων των πολιτών, όπως η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της διαφθοράς και η μείωση της εγκληματικότητας.

Επί του παρόντος, οι περισσότερες από αυτές τις αριστερές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, βρίσκονται ακόμη στο πρώτο στάδιο της ανάληψης της εξουσίας. Στο μέλλον δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο αν θα συνεχίσουν να προωθούν και να εδραιώνουν το επονομαζόμενο «αριστερό κύμα» ή θα σπρώξουν ξανά τον λαό στην αντίθετη πλευρά.