Στην περίοδο 1960-1990, ένας μεγάλος αριθμός κινημάτων βρέθηκε σε σχέσεις αντιπαλότητας με το καπιταλιστικό σύστημα. Στόχος τους ήταν η αναδιανομή ενός μέρους της ισχύος και του πλούτου από τους επικυρίαρχους του παγκόσμιου συστήματος σε συγκεκριμένες ομάδες των οποίων τα συμφέροντα εκπροσωπούσαν. Οι στόχοι τους, σε ένα μεγάλο ποσοστό, μπορούσαν να επιτευχθούν μέσα στα πλαίσια του συστήματος.
Υπό αυτή την έννοια τα παραπάνω κινήματα θεωρούνται αντισυστημικά μόνο όσον αφορά την εναντίωσή τους στον καπιταλισμό, δεν είναι αντισυστημικά με την έννοια της ανατροπής του καπιταλισμού. Σε αυτά περιλαμβάνονται:
- Τα κινήματα ταυτοτήτων (αυτόχθονες, ομοφυλόφιλοι κ.λπ.).
- Το συνδικαλιστικό κίνημα.
- Εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που αναζητούν όρους αυτόνομης έκφρασης εθνικών συμφερόντων και μπορούν να είναι εν μέρει και αντιιμπεριαλιστικά, έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Στην τελευταία κατηγορία εντάσσονται κινήματα τα οποία βρίσκονται έξω από το χώρο της Αριστεράς, όπως η Φατάχ, η Χαμάς, η Χεζμπολλάχ κ.λπ.
Επίσης, σε αυτή την κατηγορία κινημάτων εντάσσεται και η πλειοψηφία του φεμινιστικού κινήματος που προώθησε αιτήματα βελτίωσης της θέσης των γυναικών μέσα στο σύστημα. Όσες από τις γυναικείες οργανώσεις έθεταν θέμα αλλαγής του συστήματος βρίσκονταν σε άμεση ιδεολογική και πολιτική σχέση με τα επαναστατικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που αναπτύχθηκαν εκείνη την περίοδο.
Υπήρξε και μία άλλη κατηγορία κινημάτων που αντιπαρατέθηκε στο σύστημα όχι υπερασπίζοντας επιμέρους συμφέροντα, αλλά προσπαθώντας να αναδείξει ευρύτερα προβλήματα τα οποία προκύπτουν από την ανορθολογική λειτουργία του καπιταλισμού. Τέτοια κινήματα ήταν:
- Το οικολογικό κίνημα.
- Το ειρηνιστικό κίνημα και τα κινήματα ενάντια στον πόλεμο.
- Τα κινήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
- Τα κινήματα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.
- Τα κινήματα της νέας εποχής κ.λπ.
Τα κινήματα αυτά εξέφραζαν γενικότερα συμφέροντα, αλλά ελάχιστα τμήματά τους ήταν εναντίον του καπιταλιστικού συστήματος. Η πλειοψηφία ήταν εναντίον των κακών πλευρών του συστήματος, το οποίο θα μπορούσε να ανασυνταχθεί προς μια θετικότερη κατεύθυνση αν εφαρμόζονταν οι κατάλληλες οικολογικές, φιλειρηνικές κ.ά. πολιτικές.
Η πολυδιάσπαση αποτέλεσε ενδημικό στοιχείο αυτών των κινημάτων. Η πορεία τους τα τελευταία 40 χρόνια αποδεικνύει ότι το φαινόμενο αυτό είναι κυρίαρχο τόσο στις φάσεις ανόδου όσο και στις φάσεις ύφεσης των κινημάτων. Το ίδιο ισχύει και για τα κινήματα των ρευμάτων της Αριστεράς, τα προηγούμενα 100 χρόνια.
Ενώ ο καπιταλισμός διαθέτει όργανα συσπείρωσης των δυνάμεών του και έκφρασης των συμφερόντων του –παγκόσμιοι οικονομικοί θεσμοί (ΔΝΤ, ΠΟΕ, Παγκόσμια Τράπεζα), παγκόσμιες συμμαχίες (ΝΑΤΟ κ.λπ.), εθνικά κράτη, παγκόσμιες θρησκευτικές οργανώσεις, παγκόσμια και εθνικά μέσα μαζικής επικοινωνίας, ιδεολογικοί μηχανισμοί–, οι δυνάμεις ενάντια στο σύστημα τείνουν να πολυδιασπώνται. Η οικονομική λειτουργία, η πολιτική και η ιδεολογία του καπιταλισμού τείνουν στην εξατομίκευση των μεμονωμένων καταναλωτών-πολιτών, και τα αντισυστημικά κινήματα δεν έχουν κανένα τρόπο να την αντιμετωπίσουν. Ο μεταμοντερνισμός και όλα τα συναφή ρεύματα που αναπτύχθηκαν με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς από τη δεκαετία του ’80 και μετά συνέβαλαν αποφασιστικά στην περαιτέρω αποδιάρθρωση των αντισυστημικών και διεκδικητικών κινημάτων.
Επομένως, η οποιαδήποτε αναφορά σε αντισυστημικά κινήματα, σε διεκδικητικά κινήματα και σε κινήματα γενικών συμφερόντων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν όχι μόνο την παρούσα αλλά και τη μελλοντική πολυδιάσπασή τους.
Τα διεκδικητικά κινήματα βρέθηκαν σχεδόν πάντα σε θέση άμυνας απέναντι στο καπιταλιστικό σύστημα. Ο βαθμός αποτελεσματικότητάς τους δεν εξαρτήθηκε αποκλειστικά από τις δυνατότητές τους, αλλά από την ικανότητα αθροιστικής συμπαράταξης με άλλα κινήματα. Οι δυνατότητες συντονισμού και επέκτασης των αιτημάτων τους σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο ήταν περιορισμένες και αυτό σημαίνει ότι η αποτελεσματικότητά τους ήταν ακόμα πιο περιορισμένη.
Τα κινήματα γενικότερων συμφερόντων εμφάνιζαν αντικρουόμενες τάσεις. Σε επίπεδο εθνικού κράτους έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι δεν μπόρεσαν να επηρεάσουν τις κυρίαρχες καπιταλιστικές στρατηγικές. Σε περιφερειακό και σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ εμφάνιζαν τις ίδιες πολιτικές και οργανωτικές ανεπάρκειες, έχουν κατορθώσει να σηματοδοτήσουν στην παγκόσμια κοινή γνώμη μια διαφορετική αντίληψη για τις παγκόσμιες εξελίξεις από την αντίληψη του κυρίαρχου καπιταλισμού/ιμπεριαλισμού. Αυτό διαμορφώνει μια ιδιάζουσα δυναμική, που όμως ανακόπτεται μόλις προσεγγίζονται τα όρια του εθνικού κράτους, για το οποίο δεν μπορούν να διατυπώσουν βιώσιμες εθνικές στρατηγικές και συνήθως ενσωματώνονται στα κυρίαρχα μπλοκ εξουσίας.
ΚΥΝΗΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ
Η πατριαρχία, ενάντια στην οποία αγωνίστηκαν τα κινήματα για την απελευθέρωση της γυναίκας, εξακολουθεί να υπάρχει ως κυρίαρχη τάση στην μεγάλη πλειοψηφία των χωρών του κόσμου και συμβαδίζει, όπως και στο παρελθόν, με το καπιταλιστικό σύστημα.
Υπάρχουν όμως και νέα στοιχεία που καθορίζουν την εξέλιξη αυτών των κινημάτων. Όπως προαναφέρθηκε, ο μεταμοντερνισμός και η πολυδιάσπαση-εξατομίκευση, αποτελούν τους καθοριστικούς παράγοντες αποδιάρθρωσης των κινημάτων. Ταυτόχρονα, αποτελούν παράγοντες που διαμορφώνουν όρους νέων συσπειρώσεων μεμονωμένων ατόμων, τα οποία διασυνδέονται με βάση επιμέρους αιτήματα.
Αυτές οι νέες συσπειρώσεις, διευκολύνονται από την τεχνολογική πρόοδο και τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Με τα δεδομένα αυτά, η εναντίωση στην πατριαρχία δεν γίνεται με όρους μαζικούς και συστηματικούς, δηλαδή με όρους κινηματικούς, αλλά με όρους επιμέρους ασύνδετων γεγονότων και ηλεκτρονικών κινητοποιήσεων.
Το νέο ντοκιμαντέρ Framing Britney Spears, μία παραγωγή των New York Times, αποκαλύπτει το πώς τα κυρίαρχα μίντια διαμόρφωσαν την εικόνα της Αμερικανίδας σταρ, πρώτα ως Λολίτα, μετά ως ένα κακό πρότυπο και τελικά, ως μία ασταθή μητέρα. Όλα αυτά δηλαδή που οδήγησαν την Σπίαρς να τεθεί κάτω από τη νομική κηδεμονία του πατέρα της το 2008, δίνοντας στον τελευταίο και τη διαχείριση της περιουσίας της.
Με μία τέτοια υπόθεση ανοικτή, δεν είναι περίεργο που δημιουργήθηκε το κίνημα #FreeBritney. Πρόκειται για ένα διαδικτυακό κίνημα διαμαρτυρίας από θαυμαστές της Σπίαρς το οποίο της συμπαραστέκεται στο αίτημα της επανάκτησης του ελέγχου της περιουσίας της, αξίας $60 εκατομμυρίων.
Από την προβολή του ντοκιμαντέρ, το κίνημα των φίλων της Σπίαρς πανηγύρισε τη δικαστική απόφαση η οποία επιβάλλει την παρουσία του Bessemer Trust, ως δεύτερου επιτρόπου στην κηδεμονία της Σπίαρς.
Την ίδια περίοδο, μία δεύτερη περίπτωση ιδιαίτερων σχέσεων μεταξύ πατέρα και κόρης, εμφανίζονταν από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Το BBC δημοσιοποίησε βίντεο στα οποία η πριγκίπισσα Λατίφα, κόρη του σεΐχη του Ντουμπάϊ, εκφράζει φόβους για τη ζωή της.
Η πριγκίπισσα Λατίφα κατηγορείται από τον πατέρα της ότι προσπάθησε να εγκαταλείψει το Ντουμπάϊ το 2018 και από τότε βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Και για αυτήν υπήρξε ένα ηλεκτρονικό κίνημα συμπαράστασης, το #FreeLatifa, ενώ ο ΟΗΕ ανακοίνωσε ότι θα απευθύνει ερώτημα προς το Ντουμπάϊ σχετικά με την κατάστασή της.
Τι δείχνουν οι διαδικτυακές καμπάνιες #FreeBritney και #FreeLatifa; Ότι ομάδες ανθρώπων μπορεί να συσπειρωθούν γύρω από «events», στη συγκεκριμένη περίπτωση υποθέσεις που αφορούν την πατριαρχία. Το κυνήγι των διαφόρων «events» αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της μετανεωτερικότητας. Τα «events» και η αποσπασματικότητα που τα διακρίνει, βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τη συνέχεια και την σταθερότητα που αποτελούσαν αρχές των κοινωνικών κινημάτων την εποχή της μοντερνικότητας.
Το διαδίκτυο κάνει εφικτή τη δυνατότητα παρακολούθησης των «events» και την από απόσταση συμμετοχή. Στους συμμετέχοντες δίνεται η ευκαιρία να ωθήσουν τα πράγματα προς την ορθή κατεύθυνση, μόνο που αυτή η ορθή κατεύθυνση δύσκολα μπορεί να συμφωνηθεί συλλογικά και ο καθένας έχει τη δική του άποψη. Επίσης, το διαδίκτυο μπορεί να συμβάλλει θετικά μόνο στην ταχύτητα διάδοσης της πληροφορίας, αλλά η εμβέλεια ενός κινήματος δεν εξαρτάται μόνο από την ταχύτητα. Εξαρτάται κυρίως, από το πώς ένα γεγονός διασυνδέεται με πολλά παρόμοια σε διάφορες χώρες και πως αυτά επηρεάζουν τη ζωή και τα συμφέροντα μεγάλων μαζών του πληθυσμού.
Εν τω μεταξύ, στον πραγματικό κόσμο, η πατριαρχία εξακολουθεί να επικυριαρχεί. Τα φεμινιστικά κινήματα της μοντερνικότητας απέτυχαν να την πλήξουν σοβαρά. Άραγε, υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι μπορεί να το επιτύχουν τα μεταμοντέρνα κινήματα;