Νέες διαφωνίες για το Ταμείο ΑνάκαμψηςΓρηγόρης Κοτσίρης

Μετά την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Κομισιόν και Ευρωκοινοβουλίου για τον επόμενο κοινοτικό προϋπολογισμό, ένας νέος κίνδυνος εμφανίστηκε στα οικονομικά της ΕΕ.

Η Ουγγαρία και η Πολωνία άσκησαν βέτο, μπλοκάροντας την υιοθέτηση του προϋπολογισμού της ΕΕ, καθώς και του σχεδίου ανάκαμψης για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού. Η Βουδαπέστη και η Βαρσοβία άσκησαν βέτο στη συμφωνία που πέτυχε η γερμανική προεδρία με το Ευρωκοινοβούλιο, σε σχέση με τη σύνδεση που υπάρχει μεταξύ των ευρωπαϊκών κονδυλίων και της λειτουργίας του κράτους δικαίου (ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, σεβασμός των βασικών δικαιωμάτων κ.λπ.).

Η διαπραγμάτευση έγινε σε δύο επίπεδα: Από τη μία υπήρχε το Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο χρησιμοποίησε μία διευρυμένη ερμηνεία περί προϋποθέσεων του κράτους δικαίου. Από την άλλη, υπήρχαν η Ουγγαρία και η Πολωνία, οι οποίες δεν ήθελαν καμία προϋπόθεση. Η Άνγκελα Μέρκελ προσπάθησε να συμβιβάσει τις δύο πλευρές, χωρίς επιτυχία.

Η γερμανική προεδρία ανακοίνωσε ότι «δύο κράτη μέλη εξέφρασαν επιφυλάξεις για ένα στοιχείο του πακέτου, αλλά όχι για την ουσία της συμφωνίας για τον προϋπολογισμό».

Με τη σειρά της η Βουδαπέστη, σύμφωνα με δηλώσεις του εκπροσώπου Τύπου του πρωθυπουργού, ανακοίνωσε ότι: «Όπως είχε προειδοποιήσει ο πρωθυπουργός Όρμπαν, η Ουγγαρία έθεσε βέτο για τον προϋπολογισμό γιατί δεν μπορούσε να υποστηρίξει το σχέδιο στην τωρινή μορφή του, η οποία συνδέει κριτήρια για το κράτος δικαίου με αποφάσεις για τον προϋπολογισμό. Πρόκειται για το αντίθετο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής του Ιουλίου».

Τα προηγούμενα αποτελούν έναν πρόσθετο ανησυχητικό παράγοντα στην αδυναμία των ευρωπαίων ηγετών να συμφωνήσουν στην ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ήδη, τέσσερις μήνες μετά την απόφαση του Ιουλίου, δεν υπάρχει κάποιο θετικό αποτέλεσμα και αυτό έχει ως συνέπεια να μετατοπίζονται οι κρίσιμες ημερομηνίες για την έναρξη των εκροών στα κράτη-μέλη. Η διαφωνία της Ουγγαρίας και της Πολωνίας δεν δημιουργεί προβλήματα μόνο στο Ταμείο Ανάπτυξης, αλλά θέτει σε κίνδυνο τον συνολικό προυπολογισμό της ΕΕ της περιόδου 2021-2027.

Με βάση τα νέα δεδομένα, αναμένεται ότι τα κράτη-μέλη θα στείλουν τα σχέδια ανάκαμψής τους στις Βρυξέλλες τον ερχόμενο Φεβρουάριο και η οριστικοποίηση της λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης θα γίνει στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου 2021. Από το σημείο αυτό και μετά, οι εκταμιεύσεις αναμένονται το φθινόπωρο του 2021, ενώ κυκλοφορούν και σενάρια που τις προσδιορίζουν για τις αρχές του 2022.

Όλες οι διαφωνίες και οι παλαιότερες (όπως αυτή των 4 εγκρατών χωρών), αλλά και οι νεότερες όπως αυτές της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, εξακολουθούν να βρίσκονται στο τραπέζι.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, ακόμη και αν υπάρξει ομοφωνία έγκρισης του κοινοτικού προϋπολογισμού σε Σύνοδο Κορυφής, θα πρέπει να εγκριθεί και από τα κοινοβούλια των κρατών-μελών και αυτή, μπορεί να μην είναι μία εύκολη διαδικασία.

Ακολούθησαν προτάσεις κυρώσεων από την πλευρά του Ρόμπερτ Τουσκ που ζήτησε την αποβολή του Βίκτορ Όρμπαν από το ΕΛΚ, το οποίο διχάστηκε στο θέμα αυτό. Από τη μία πλευρά βρέθηκαν αυτοί που συμφωνούν με την αποβολή και από την άλλη, αυτοί που θεωρούν ότι ο Όρμπαν πρέπει να παραμείνει μέσα στο ΕΛΚ γιατί έτσι μπορούν να τον ελέγχουν καλύτερα.

Στις διαφωνίες αυτές, έρχονται να προστεθούν και οι διαφωνίες για την αντιμετώπιση του δευτέρου κύματος της πανδημίας, όπου και εκεί έχουν δημιουργηθεί δύο στρατόπεδα. Το πρώτο εκφράζεται από τη Γερμανία και κάποιες χώρες όπως οι τρεις της Βαλτικής και ορισμένες του Βίζεγκραντ, υποστηρίζοντας ένα ενιαίο, ολίγων εβδομάδων, αλλά καθολικό lockdown για να διακοπεί η αλυσίδα επέκτασης της πανδημίας και για να γίνει δυνατή η λειτουργία της αγοράς στις γιορτές των Χριστουγέννων. Το δεύτερο εκφράζεται από τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και άλλες χώρες, οι οποίες θέλουν να αποφύγουν ένα καθολικό lockdown και να κρατήσουν ανοικτό ένα τμήμα των οικονομιών τους, περιορίζοντας τις απώλειες που θα επιφέρει το δεύτερο κύμα της πανδημίας.

Ανεξαρτήτως των δύο στρατοπέδων για την πανδημία, αυτό που θα συμβεί στην πράξη είναι ότι το άνοιγμα της αγοράς τα Χριστούγεννα θα επανεκκινήσει τις αλυσίδες επέκτασης της πανδημίας, με αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές οικονομίες να μπουν σε έναν κύκλο ανοιγμάτων και lockdown μέχρι την επόμενη άνοιξη.

Η ΕΕ κινείται με υπερβολικά αργούς ρυθμούς που δεν αντιστοιχούν στις απαιτήσεις της συγκυρίας, αλλά αυτό δεν είναι κάτι άγνωστο. Έχει όμως ιδιαίτερη σημασία, ότι οι ανταγωνιστές της κινούνται με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς. Η Κίνα, η οποία δεν αναμένεται φέτος να έχει ύφεση, αλλά μικρή ανάκαμψη της τάξης του 2% του ΑΕΠ, αναμένεται ότι θα φτάσει σε ρυθμούς ανάπτυξης το 2021 της τάξης του 7%. Στις ΗΠΑ, αναμένεται ένα νέο πακέτο στήριξης της οικονομίας από την προεδρία Μπάιντεν ύψους 1 τρις, ενώ οι εκτιμήσεις που υπάρχουν προβλέπουν ότι από την άνοιξη η αμερικανική οικονομία θα εισέλθει σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Και μέσα σε αυτό το σκηνικό των παγκόσμιων συσχετισμών, η ΕΕ δεν μπορεί ακόμα να μοιράσει τα κονδύλια αντιμετώπισης της πανδημίας και της προκαλούμενης από αυτήν, ύφεσης.

Με τις μέχρι τώρα εξελίξεις, η εικόνα της ΕΕ ως μηχανισμού χαρακτηριζόμενου από αλληλεγγύη και ταχύτητα στις αποφάσεις, έχει πληγεί σημαντικά.