Από την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου έως την Κυριακή 18 Φεβρουαρίου, πραγματοποιήθηκε μια από τις πιο σημαντικές ετήσιες εκδηλώσεις: η Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου. Μια ευκαιρία για συζήτηση σε ανώτατο επίπεδο σχετικά με θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, ειδικά σε μια ευαίσθητη στιγμή όπως η σημερινή.
Από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, το κλίμα φαινόταν να έχει αλλάξει βαθιά σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη για στρατηγική αλλαγή στις διεθνείς σχέσεις.
Μια κατάσταση που, ωστόσο, δεν φαίνεται να άλλαξε ούτε φέτος με τη Διάσκεψη, η οποία ήταν η ευκαιρία για 40 παγκόσμιους ηγέτες και περισσότερους από 100 υπουργούς από 96 χώρες να συζητήσουν επειγόντως μια περαιτέρω επιδεινωμένη παγκόσμια κατάσταση, όπως απέδειξε όχι μόνο η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και η εισβολή του ισραηλινού στρατού στη Γάζα, μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου 2023, καθώς και τις συνέπειες που αυτός ο πόλεμος μπορεί να έχει στη Μέση Ανατολή.
Αν και οι διεθνείς περιστάσεις δεν ήταν θετικές, ακόμη και κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης δεν σημειώθηκε καμία αναμενόμενη καμπή, αλλά μάλλον γκρίζα σύννεφα συσσωρεύτηκαν μετά τη διάδοση δύο ανησυχητικών ειδήσεων από τη Ρωσία: Πρώτον, μετά από μήνες έντονων μαχών, ο ρωσικός στρατός κατέλαβε την Αβντιίβκα, ένα από τα ουκρανικά προπύργια στην περιοχή του Ντονέτσκ από τότε που ξέσπασε η σύγκρουση το 2014, και δεύτερον, ο θάνατος του πολιτικού αντιφρονούντος Αλεκσέι Ναβάλνι που προκάλεσε απογοήτευση και οργή στους παρευρισκόμενους, όπως αποδεικνύεται από διάφορες δηλώσεις.
Ωστόσο, δεν είναι λιγότερο σημαντική η είδηση της απόφασης του ισραηλινού πολεμικού υπουργικού συμβουλίου να αναστείλει τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός και να προχωρήσει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα, με στόχο τον σχεδιασμό δράσης στη Ράφα, μια πόλη στα σύνορα με την Αίγυπτο, όπου γύρω ς 1,5 εκατομμύρια εκτοπισμένοι έχουν βρει καταφύγιο, με τις δυνητικά καταστροφικές συνέπειες που μπορεί να έχει μια τέτοια κίνηση.
Στο περιθώριο της εκδήλωσης, δεδομένων των διεθνών συνθηκών, ήταν σαφές ότι πολύ λίγα είχαν επιτευχθεί κατά τη Διάσκεψη του Μονάχου. Αυτό είχε απήχηση ως αναγνώριση της αδυναμίας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, να ξεπεραστεί μια φάση ακραίας κρισιμότητας, χωρίς ούτε ένα ίχνος θετικών προσδοκιών για το μέλλον.
Μια μάλλον ξεκάθαρη συνθήκη που λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τα τρέχοντα γεγονότα, αλλά κυρίως τα όσα θα συμβούν τους επόμενους μήνες, που χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες εκλογικές αναμετρήσεις, μία εκ των οποίων είναι στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ την τελευταία περίοδο, φαίνεται ασταμάτητη.
Και ακριβώς γύρω από τις δηλώσεις του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, συζητήθηκαν πολλά τις τελευταίες ημέρες, ξεκινώντας κυρίως από την οικονομική δέσμευση των χωρών που ανήκουν στο ΝΑΤΟ, οι οποίες ενοχοποιούνται, σύμφωνα με τον Tycoon, ότι καλύπτονται επάνω στην αμερικανική ομπρέλα, χωρίς να τηρούνται οι συμφωνημένες δεσμεύσεις, δηλαδή η επίτευξη του στόχου του 2% του ΑΕΠ, που θα πρέπει να διατίθεται σε στρατιωτικές δαπάνες.
Ο Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, προειδοποίησε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες και η συμμαχία του ΝΑΤΟ πρέπει να προετοιμαστούν για μια σύγκρουση δεκαετιών με τη Ρωσία, δεδομένου ότι οι προσπάθειες για ένταξη της Ρωσίας σε μια ευρύτερη ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας μετά τον Ψυχρό Πόλεμο απέτυχαν. Το κλειδί για τη σύγκρουση, είπε ο Πιστόριους, είναι η αποκατάσταση της στρατιωτικής ισχύος του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής και υποστήριξε ότι υπάρχουν τρεις προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος αποτροπής: η αύξηση των αμυντικών δαπανών, η ανασυγκρότηση της βιομηχανικής παραγωγής πυρομαχικών και η προετοιμασία στρατιωτικών δυνάμεων ταχείας ανάπτυξης που θα πολεμούν όταν χρειάζεται.
Ένα θέμα που συνδέεται στενά με ένα άλλο αποφασιστικό ζήτημα: αυτό της δυσκολίας έγκρισης στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία από το Κογκρέσο, που προέκυψε μέσα σε μια διελκυστίνδα που διαρκεί μήνες, για την κατανομή πόρων για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και των συνόρων με το Μεξικό.
Και ακριβώς με τη δέσμευση των πιστώσεων από τις ΗΠΑ χρειάστηκε ένα περαιτέρω βήμα προς τα εμπρός από την πλευρά των Ευρωπαίων συμμάχων, οι οποίοι μπόρεσαν να ξεμπλοκάρουν το πακέτο βοήθειας των 50 δισεκατομμυρίων, αλλά ακριβώς κατά τη διάρκεια των ημερών της Διάσκεψης υπέγραψαν και σημαντικές διμερείς συμφωνίες ασφάλειας με την Ουκρανία, όπως έδειξαν η Γαλλία και η Γερμανία, στις οποίες πιθανότατα θα προστεθεί και η Ιταλία.