Ο Μάικ Πομπέο ανακοίνωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 15/7, ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ λαμβάνει μέτρα που θα επιτρέψουν στην Ουάσιγκτον να επιβάλλει κυρώσεις στους επενδυτές δύο έργων, που θα μεταφέρουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία στην Τουρκία και στη Γερμανία, με βάση νόμο του 2017.
Ο Πομπέο διευκρίνισε ότι πρόκειται για τη νομοθετική πράξη CAATSA Section 232, η επιβολή της οποίας θα θέσει σε κίνδυνο τους επενδυτές του Nord Stream 2 και ενός μέρους του Turk Stream. Προειδοποίησε τους επενδυτές αυτών των αγωγών να αποσυρθούν, ή να αναλάβουν το ρίσκο των συνεπειών που θα υπάρξουν.
Προηγουμένως, ο επικεφαλής της Επιτροπής Οικονομίας και Ενέργειας της Bundestag, Κλάους Έρνστ, δήλωσε ότι η Γερμανία και η ΕΕ θα πρέπει να σκεφθούν την απάντησή τους στα αμερικανικά σχέδια για την επιβολή κυρώσεων στον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2. Δήλωσε συγκεκριμένα ότι «Αν αυτό δεν αποτραπεί, τότε πρέπει να σκεφτούμε ορισμένα προστατευτικά μέτρα. Για παράδειγμα, είναι πιθανόν να επιβάλλουμε δασμούς στις εισαγωγές φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ …Οι κινήσεις των ΗΠΑ στο θέμα αυτό δεν χρειάζεται πλέον να κατανοούνται ως πράξεις φιλίας, αλλά ότι συγκροτούν μία επέμβαση στην κυριαρχία της Γερμανίας και της ΕΕ».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ζοζέπ Μπορέλ, τονίζοντας ότι οι κυρώσεις αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο και κάλεσε τις ΗΠΑ να τις άρουν και να προχωρήσουν σε «ανοικτό διάλογο».
Σε ό,τι αφορά τον Turk Stream, οι κυρώσεις αφορούν την επέκταση του αγωγού προς την Ευρώπη. Αν ο αγωγός δεν συνεχίσει προς την Ευρώπη, θα τεθεί σε αμφιβολία η βιωσιμότητά του και η Gazprom θα αντιμετωπίσει μεγάλα οικονομικά προβλήματα.
Κατά τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οι αγωγοί φυσικού αερίου δεν είναι εμπορικά projects, αλλά αποτελούν εργαλεία στα χέρια του Κρεμλίνου για να εκμεταλλευτεί και να διευρύνει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ θεωρούν ότι η Ρωσία θα βρεθεί σε δύσκολη θέση να αποπερατώσει τον Nord Stream 2.
Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι οι κινήσεις των ΗΠΑ ενάντια στον ρωσικό ενεργειακό σχεδιασμό, προέρχονται από την πεποίθηση της Ουάσιγκτον ότι η Μόσχα θέλει να μειώσει τις εισαγωγές αμερικανικού σχιστολιθικού φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές.
Στη λογική αυτή κινήθηκε και η απάντηση της υπεύθυνης Τύπου του ρωσικού ΥΠΕΞ, Maria Zakharova που επισήμανε ότι: «Πρόκειται για τη χρησιμοποίηση πολιτικών πιέσεων για λόγους αθέμιτου εμπορικού ανταγωνισμού. Πρόκειται για μία ένδειξη αδυναμίας του συστήματος των ΗΠΑ, το οποίο δεν έχει αποτελεσματικά εργαλεία, πέρα από την επιβολή τέτοιων τακτικών».
Οι προειδοποιήσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ απευθύνονται κυρίως στις εταιρείες που συμμετέχουν ή χρηματοδοτούν τους δύο αγωγούς, όπως οι Royal Dutch Shell Plc, οι γερμανικές Uniper SE και Wintershall AG, καθώς και η γαλλική Engie SA που εμπλέκονται στον Nord Stream 2, ενώ η Allseas Group SA εμπλέκεται στον Turk Stream.