Το τέλος του γερμανικού «εξαιρετισμού»Θάνος Σεραλίδης

Το 2016 ήταν μία χρονιά που σηματοδοτήθηκε από την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία και από το δημοψήφισμα για το Brexit, δηλαδή δύο σημαντικά γεγονότα που ενίσχυσαν τις ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις στην Ευρώπη.

Στη Γερμανία, η κυβέρνηση Μέρκελ έδειχνε σταθερότητα και φαίνονταν να κινείται στρατηγικά προς την κατεύθυνση της υπεράσπισης της παγκοσμιοποίησης –όπως είχε τονίσει και ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, δίνοντάς της την πρωτοκαθεδρία σε αυτόν τον αγώνα– και της συγκράτησης του λαϊκισμού και του εθνικισμού.

Όμως, οι εκλογές του Σεπτεμβρίου 2017, παρά το ότι εξασφάλισαν μία νέα θητεία στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, σηματοδότησαν σε πολιτικό επίπεδο το τέλος του γερμανικού εξαιρετισμού, με την προσβολή της Γερμανίας από τον ιό του ακροδεξιού λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού, από την εμφάνιση του κόμματος της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (1).

Είχε προηγηθεί το 2016, το τέλος του γερμανικού εξαιρετισμού και σε έναν άλλο κρίσιμο τομέα, σε αυτόν της τρομοκρατίας και της διαχείρισης των προβλημάτων των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών (2).

Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, θα υπάρξει το 2020 μία πτώση του γερμανικού ΑΕΠ κατά -7%, σύμφωνα με το πλέον ευνοϊκό σενάριο. Οι προβλέψεις του σημαντικότερου γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου, του Ifo, ήταν από την αρχή πολύ πιο αισιόδοξες, από το αρχικό -2,2%, πήγαν στο -4% και τελικά έφτασαν στο -6%.

Από το Μάρτιο, η γερμανική κυβέρνηση έχει εξαγγείλει ένα σχέδιο διάσωσης της οικονομίας, το οποίο θα υπερβεί τα 800 δις ευρώ, δηλαδή περισσότερο από το 30% του γερμανικού ΑΕΠ, με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων, δανείων και κεφαλαιακών ενισχύσεων για τις επιχειρήσεις, καθώς και για τη στήριξη των μισθών. Οι δραστικοί περιορισμοί που είχαν επιβληθεί αρχικά στην οικονομία, έχουν αρθεί σε συνδυασμό με την αισιοδοξία ότι η έξαρση του ιού θα είναι βραχυχρόνια. Σε σχέση με τις επιδημιολογικές εξελίξεις, το Ifo γνωμάτευσε ότι η χαμηλή ταχύτητα καταστολής της επιδημίας θα οδηγήσει σε στρεβλώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς και σε κρίση του δημόσιου χρέους στις κυριότερες αγορές των γερμανικών εξαγωγών, δηλαδή τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία.

Πρόκειται για την αρχή του τέλους του γερμανικού εξαιρετισμού και στην οικονομία. Η Lufthansa έχει ήδη προσφύγει στην κρατική βοήθεια –όχι μόνο από τη Γερμανία, αλλά και από την Αυστρία και το Βέλγιο–, αλλά η απαίτηση του Βερολίνου για είσοδο στο ΔΣ κρατικών εκπροσώπων, έχει περιπλέξει τις διαπραγματεύσεις. Κρατική βοήθεια έχει ήδη δοθεί στη μικρότερη αεροπορική εταιρεία Condor, καθώς και στον τουριστικό κολοσσό TUI, ενώ οι μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες μειώνουν την παραγωγή τους, με στόχο να λειτουργήσουν με το 40% της παραγωγικής ικανότητάς τους.

Στη Γερμανία και σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κανένας δεν γνωρίζει ποιες θα είναι οι οικονομικές επιπτώσεις της καραντίνας σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, ενώ όλες οι προβλέψεις αναθεωρούνται διαρκώς.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Γερμανία είναι ο μεγάλος κερδισμένος από τις οικονομικές πολιτικές της ΕΕ την τελευταία εικοσαετία, με τα χαμηλά επιτόκια μετά την κρίση του 2008-2009 και την πολιτική του ευρώ που ευνόησε τις γερμανικές εξαγωγές. Οι πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν στην ευρωζώνη, μέσα από γερμανικές πιέσεις, οδήγησαν στη διάσπαση της ΕΕ σε Βορρά και Νότο, από την εποχή της ελληνικής κρίσης 2010-2012.

Το χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου έγινε βαθύτερο με την οικονομική κρίση που προκαλεί ο κορωνοϊός και κυρίως, με τη μετακίνηση της Γαλλίας στο χώρο του Νότου. Η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί και στο μέλλον.

Σε πρώτη φάση, θα εξαρτηθεί από το τελικό σχήμα που θα πάρει ο μηχανισμός της οικονομικής διάσωσης της ΕΕ. Αυτό επικεντρώνεται στον τρόπο λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης που έχει αποφασιστεί, καθώς και στις μελλοντικές κινήσεις της ΕΚΤ. Σε ό,τι αφορά τον ESM, η απόφαση του Eurogroup της 8/5 ότι τα δάνειά του θα δίνονται χωρίς προϋποθέσεις, κινείται προς την κατεύθυνση που υποστήριζε ο ευρωπαϊκός Νότος.

Σε δεύτερη φάση, τα πάντα θα εξαρτηθούν από την επανάκαμψη της πανδημίας. Αν δηλαδή η πανδημία επιστρέψει με μορφές που επιβάλλουν επαναλαμβανόμενες καραντίνες, ή όχι, για την περίοδο 2020-2021.

Με το γερμανικό εξαιρετισμό να χάνεται και στην οικονομία, το Βερολίνο προσπαθεί να κατανοήσει το τι θα συμβεί αν χειροτερεύσει η κατάσταση. Οι αποφάσεις για το αν στο ενδεχόμενο αυτό, η ενίσχυση της ΕΕ και της Ευρωζώνης για να ανακάμψουν θετικά όλα τα κράτη μέλη, αποτελούν μονόδρομο ή όχι, δεν έχουν ακόμα ληφθεί.

Το μόνο που είναι βέβαιο είναι ότι αν οι αποφάσεις δεν κινηθούν προς την κατεύθυνση αυτή, τότε θα υπάρξουν γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Και μάλιστα σε μία περίοδο που όλοι αναμένουν ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

(1) https://www.ft.com/content/49adb73e-9fb7-11e7-9a86-4d5a475ba4c5

(2) https://foreignpolicy.com/2016/07/27/the-end-of-german-exceptionalism-terrorism-merkel-islamic-state/