Η οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας-ΑιγύπτουΒαγγέλης Χωραφάς

Η οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα, δεν φαίνεται να εμφανίζεται και στις ελληνοαιγυπτιακές διαβουλεύσεις μετά το λεγόμενο Μνημόνιο «Τουρκίας-Λιβύης/Αλ Σαράζ». Οι «κατευναστικοί» λόγοι της μη οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου παραμένουν ακριβώς οι ίδιοι και είναι ακριβώς αυτοί που ενθαρρύνουν την τουρκική προκλητικότητα.

Θα περίμενε κανείς ότι το συγκεκριμένο μνημόνιο θα ήταν «η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι» στο Κάϊρο και την Αθήνα και ότι η εντατική διπλωματική κινητικότητα θα οδηγούσε σε μια διμερή συμφωνία οριοθέτησης Ελλάδος-Αιγύπτου που νομικά τουλάχιστον θα έκλεινε μια σοβαρή διμερή εκκρεμότητα.

Μια τέτοια διμερής συμφωνία, προφανώς και δεν θα έλυνε το ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας, όπως δεν θα το έλυνε η ξεχασμένη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων. Η τουρκική προκλητικότητα ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκαλέσει θερμό επεισόδιο όπου επιθυμεί και η πρόκληση ενός επεισοδίου δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή όχι μιας διμερούς συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου, ούτε φυσικά από την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων.

Αντίθετα και οι δύο νομικές ενέργειες, αν υπήρχαν, θα καθιστούσαν υπόλογη την προκλητικότητα της Άγκυρας, ενώ η απουσία νομικών συμφωνιών ή ενεργειών, διευκολύνει την τουρκική επικοινωνιακή πολιτική των διεκδικήσεων.

Η πρόκληση θερμών επεισοδίων αποφεύγεται με τη στρατιωτική ικανότητα αποτροπής και ανάσχεσης από την πλευρά της Ελλάδας της τουρκικής πρόκλησης. Και αυτό προϋποθέτει σαφή έκφραση πολιτικής βούλησης, μάλιστα όχι κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας κρίσης που είναι αυτονόητο, αλλά σαφή έκφραση πολιτικής βούλησης, πρωτίστως πριν την εκδήλωση τέτοιων προκλήσεων προς κάθε κατεύθυνση, που θα συνοδεύεται από εμφανή και πρακτική διακήρυξη της ανάλογης στρατιωτικής ικανότητας. Το κυβερνητικό μήνυμα οφείλει να σταλεί άμεσα και με αυθεντικό τρόπο προς κάθε παραλήπτη.

Στο πεδίο της διπλωματίας μπορούμε να «εισπράξουμε» πολλές δηλώσεις κρατών, ακόμη και κάποιες «αποφάσεις» της ΕΕ -υπάρχουν κάποιες εκτιμήσεις ότι η ναυτιλιακή συνεργασία Τουρκίας-Λιβύης θα συμβάλλει στη μείωση ή τον τερματισμό ορισμένων μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη και αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία για τη μελλοντική στάση των Ευρωπαίων-, τίποτε όμως δεν θα είναι πιο έγκυρο διπλωματικό μήνυμα αποτροπής, από την υπογραφή της διμερούς συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου.

Μια υπογραφή που φαίνεται ότι δεν πρόκειται να έλθει αν Αθήνα και Κάϊρο αυτοεγκλωβιστούν σε ορισμένα δεδομένα που θεωρούνται «ευνοϊκά»:
(α) Είναι νομικά «νεκρό» και «παράνομο» το Μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, επειδή δεν πέρασε από την Λιβυκή Βουλή.

(β) Το απορρίπτει ως «πρόκληση» και «παραβίαση» Διεθνούς Δικαίου η «διεθνής κοινότητα».

(γ) Η «ανατολική Λιβύη» και όχι ο Αλ Σαράζ είναι το κέντρο βαρύτητας και έχει τη διεθνή υποστήριξη Αιγύπτου και Ρωσίας.

(δ) Οι ΗΠΑ απορρίπτουν ειδικά την τουρκική στρατιωτική βοήθεια και παρουσία υπέρ του Αλ Σαράζ, επειδή πυροδοτεί τον λιβυκό εμφύλιο.

Αν όλα αυτά και άλλα ακόμη, όπως διπλωματικές παραινέσεις διεθνών παραγόντων και βεβαίως αμερικανικών, αποφασιστεί από Αίγυπτο και Ελλάδα ότι επαρκούν ως αντίδραση, τότε είναι δεδομένη η μη υπογραφή της διμερούς συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου. Οι «Κασσάνδρες» λένε ότι στο τρίγωνο των ΥΠΕΞ Ελλάδας-ΗΠΑ-Αιγύπτου, φαίνεται να ναυαγεί η διμερής οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου.

Η πρόσφατη δήλωση του ΥΠΕΞ της Αιγύπτου, ότι το Μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης δεν θίγει τα εθνικά συμφέροντα της χώρας του, αφήνει πολλά υπονοούμενα. Ήδη το μνημόνιο αυτό, ασχέτως αν συνάδει με τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, έχει εκθέσει την αιγυπτιακή ηγεσία. Εδώ και χρόνια, η Αίγυπτος θεωρεί ότι πρέπει να μείνει αμέτοχη στη διένεξη Ελλάδας-Τουρκίας, νοτίως της Κρήτης. Βέβαια, το Κάϊρο ποτέ δεν θα ήθελε ανάμειξη της Άγκυρας στον λιβυκό εμφύλιο και αυτό ίσως, είναι εκείνο που κινητοποίησε τις καταρχήν αιγυπτιακές αντιδράσεις. Το ενδεχόμενο της ανάμειξης το απέσυρε αμέσως η Άγκυρα, από το προσκήνιο.

Παράλληλα είναι προφανές, ότι το Κάϊρο δέχεται αμερικανικές πιέσεις να μην προχωρήσει σε οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου. Το γιατί υπάρχει αυτή η αμερικανική θέση, χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση.

Το χειρότερο είναι ότι παρά το ευνοϊκό διεθνές κλίμα για την άμεση υπογραφή της διμερούς συμφωνίας με την Αίγυπτο, που δημιούργησε η λανθασμένη επιλογή του τουρκολιβυκού Μνημονίου του Ερντογάν, η Άγκυρα θα επιτύχει τους στόχους της που δεν είναι άλλοι από τη δημιουργία κλίματος, όχι μόνο ότι έχει θεμιτές διεκδικήσεις σε περιοχές που διέπονται από «νομικό κενό», αλλά θα προετοιμάσει το επικοινωνιακό έδαφος για να κάνει τις έρευνες και γεωτρήσεις, νοτίως της Κρήτης.

Η «στρατιωτικοποίηση» της ΑΟΖ που τόσο θέλουν να αποτρέψουν οι ΗΠΑ, έρχεται ολοταχώς λόγω των συνεχιζόμενων στρατιωτικών τουρκικών προκλήσεων (NAVTEX, κ.α.) και της τουρκικής πολιτικής βούλησης να κλιμακώσει πολιτικοστρατιωτικά. Όταν φτάσει το τουρκικό «σεισμικό σκάφος» νοτιοανατολικά της Κρήτης μαζί με το τουρκικό «γεωτρύπανο», η ελληνική στρατιωτική ισχύς είτε θα πρέπει να εκφραστεί, είτε να την καταπιούν τα «τετελεσμένα» κάποιων ατέρμονων διαπραγματεύσεων που για τέλος τους, θα έχουν την αποδοχή των «τετελεσμένων».

Γιατί το διπλωματικό ζητούμενο της Ελλάδος (και της Αιγύπτου) είναι κατεξοχήν να απορρίψουν την στρατιωτική επίλυση των διαφορών και αυτό θα συμβεί όταν διπλωματικά και στρατιωτικά θα καταστήσουν αδύνατο αυτό το ενδεχόμενο.