Ελληνοτουρκική κρίση: βλέποντας κατάματα τα πράγματαΕλευθέριος Τζιόλας

Η ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΣΕ ΝΕΑ ΦΑΣΗ. ΠΟΣΑ ΒΗΜΑΤΑ ΠΙΣΩ;

Στη συνέντευξή του στα Νέα, στις 12 Οκτωβρίου, ο πρωθυπουργός, κ. Κ. Μητσοτάκης είχε με το δημοσιογράφο (κ. Γ. Πρετεντέρη) τον παρακάτω διάλογο, στον οποίο οι απαντήσεις του έχουν πολύ μεγάλη σημασία.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Λέτε «αν δεν συμφωνούμε, να πάμε στη Χάγη». Πιστεύετε ότι η κυβέρνησή σας μπορεί να αντέξει πολιτικά την όποια απόφαση της Χάγης;

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κοιτάξτε, πιστεύω ότι έχουμε δίκιο.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Σύμφωνοι. Δεν είναι όμως τι πιστεύετε εσείς.

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Ξέρουμε πολύ καλά, κ. Πρετεντέρη, ότι ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο πολύ δύσκολα θα σου δώσει το 100% όσων διεκδικείς.

Γ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ: Άρα το παίρνετε υπόψη σας.

Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Βεβαίως το λαμβάνω υπόψη μου. Θεωρώ όμως ότι το συνολικό όφελος που θα αποκομίσει η χώρα από μία ειρηνική επίλυση της μιας διαφοράς που έχουμε με την Τουρκία θα είναι πολλαπλάσιο του όποιου κόστους μπορεί να υπάρχει στην κοινή γνώμη από κάποια απόφαση. Και να σας πω και κάτι, γιατί μου αρέσει να λέω τα πράγματα έξω από τα δόντια: Το γεγονός ότι η Ελλάδα έρχεται και συζητάει ένα ζήτημα που αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο σημαίνει πως αναγνωρίζουμε ότι αυτή είναι μια περιοχή όπου και η Τουρκία έχει διεκδικήσεις. Εάν δεν το αναγνωρίζαμε αυτό, δεν θα πηγαίναμε σε συζήτηση.

Ο κ. Γ. Γεραπετρίτης, υπουργός Επικρατείας έθεσε πιο συγκεκριμένα σε συνέντευξη του στον Alpha τα όρια των θαλασσίων ζωνών δηλώνοντας κάτι περιοριστικά πρωτάκουστο: “Η κόκκινη γραμμή είναι η εθνική κυριαρχία, και όταν λέμε εθνική κυριαρχία εννοούμε αυτονοήτως τα εθνικά χωρικά ύδατα τα οποία σήμερα είναι προσδιορισμένα στα έξι ναυτικά μίλια”.

Υπογραμμίζουμε ότι αυτές οι απαντήσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Επικρατείας, με αυτόν τον τρόπο και αυτό το περιεχόμενο για τα μείζονα εθνικά μας θέματα γίνονται για πρώτη φορά, και είναι χαρακτηριστικό ότι γίνονται αυτή την περίοδο κινητικότητας κάτω από την επεκτατική πίεση των τουρκικών διεκδικήσεων. Το σκηνικό των κυρίαρχων ελίτ των Αθηνών συμπληρώνεται αν δίπλα σ΄αυτά παραθέσουμε και την συμπίπτουσα άποψη του Ε. Βενιζέλου που διατύπωσε πρόσφατα στον ΑΝΤ 1: «Είναι μονόδρομος η παραπομπή στη Χάγη, εάν θέλουμε να μπορούμε να ασκήσουμε τα δικαιώματα μας. Κάπου θα χάσουμε, κάπου θα κερδίσουμε. Εμείς βέβαια θα προσπαθήσουμε να κερδίσουμε σε όλα, διότι έχουμε επιχειρήματα».

Το περιεχόμενο των παραπάνω δημόσιων τοποθετήσεων αποτελεί το κοινό πλαίσιο σχεδόν του συνόλου της πολιτικής ελίτ και του κατεστημένου των Αθηνών. Είτε με ανοιχτό τρόπο, είτε με συγκαλυμμένο, είτε με καθαρές διατυπώσεις, είτε στα παρασκήνια. Yπάρχει μια ευρεία, οριζόντια διακομματική συναίνεση- σύμπτωση στις θέσεις αυτές. Μια συμφωνία, που αποτελεί και το μείζον εσωτερικό ζήτημα της Ελλάδας. Μια συμφωνία που αποδιαρθρώνει, αντί να ενισχύει την αναγκαία πατριωτική ενότητα, που πολιτικά υποβαθμίζει, παρά την όποια ρητορική, αντί να ανυψώνει την αμυντική συμπαράταξη απέναντι στην Τουρκική απειλή. Αυτή είναι η έκφραση, η συγκεκριμένη μορφή, αυτού που ονομάζεται: ενδοτισμός. Ενδοτισμός που στην εξέλιξη του, και υπό το βάρος εξωτερικών πιέσεων και εσωτερικού κλίματος συμβιβασμού, μετατρέπεται σε μειοδοσία.

Είναι, λοιπόν, προφανές, από τις παραπάνω δημόσιες θέσεις, προκύπτει λογικά και ευθέως, κι αυτό εισπράττει και η Τουρκία, – ενώ επιδιώκεται να εθισθεί και να προετοιμασθεί και ο Ελληνικός Λαός -, ότι η Ελλάδα έχει αποφασίσει, έχει ουσιαστικά αποδεχθεί έναν συμβιβασμό παραχωρήσεων προς την Τουρκία. Η Τουρκία βλέπει και αξιολογεί ότι η στρατηγική της, της επιθετικότητας και της αναθεώρησης του συνοριακού και κυριαρχικού status (της Συνθήκης της Λωζάνης και των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων) αποδίδει. Αποδίδει, και παρά τις όποιες φραστικές καταδίκες, προετοιμάζει τα αποτελέσματα και οδηγεί τις εξελίξεις. Αισθάνεται ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να της αντιπαρατεθεί, ότι προετοιμάζεται για συμβιβασμό σε ζωτικό μέρος των απαιτήσεών της.

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η Ελληνική πλευρά, ουδέποτε μέχρι σήμερα, καθ΄ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, διατύπωσε τέτοιες θέσεις και έδειξε πρόθεση μειωμένης εφαρμογής των κυριαρχικών της δικαιωμάτων (υφαλοκρηπίδα, 12 ναυτικά μίλια, ΑΟΖ, εναέριος χώρος). Το επόμενο βήμα της Τουρκίας είναι η αρπαγή και εκβιαστική κατοχύρωση αυτού που η πλευρά της Ελλάδας έχει αποφασίσει να παραχωρήσει, αλλά απλώς επιθυμεί να το πλασάρει με το περιτύλιγμα της απόφασης της Χάγης. Οι διεκδικήσεις της Τουρκίας (η ατζέντα της), επί των οποίων η Ελλάδα έχει δώσει μήνυμα παραχώρησης είναι γνωστές, εξ άλλου και ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε για αυτές. Εφόσον, λοιπόν, η Ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί να το πράξει, μπορεί να το πράξει και σε απευθείας συνομιλίες κάτω από τη διαρκή επιθετική της πίεση (Oruc Reis, πολεμική ναυτική και αεροπορική κινητοποίηση, αδιαλλαξία, τουρκολυβικό Σύμφωνο, επέμβαση -εισβολή στην ΑΟΖ της Κύπρου -”Αττίλας 3”). Αυτό είναι το επόμενο βήμα της Τουρκίας, διακρατική συμφωνία -ως αποτέλεσμα του αποκαλούμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου- που θα επικυρώνει τις Ελληνικές παραχωρήσεις. Η πρώτη ύλη ενός τέτοιου αποτελέσματος είναι η ενδοτική άποψη Μητσοτάκη περί ”αποδοχής μιας μοιρασιάς”, αφού ”το 100% δύσκολα μπορείς να το έχεις”. Οφείλουμε και πάλι να τονίσουμε, ότι εδώ δεν υπάρχει καμία ”μοιρασιά”, παρά παραχωρήσεις, αφού ελληνικές διεκδικήσεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο τουρκικές.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΝΟΗΘΕΙ. ΤΟ ΠΕΔΙΟ: ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ, ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ

Οι τωρινές απευθείας συνομιλίες, το έχουμε ξαναγράψει, παρά τη συγκυριακή διακοπή τους, έχουν μια ποιοτική διαφορά απ΄ όσες προηγήθηκαν, για τους δύο λόγους που ξανασημειώνουμε:

– Ο πρώτος, γιατί η Τουρκία έχει ανέβει επίπεδο στην επιθετικότητα της και δημιουργεί τετελεσμένα (το τετελεσμένο του Oruc Reis των 35 ημερών Αυγούστου- Σεπτεμβρίου 2020, η παγίωση της εγκατάστασης -εισβολής με Yavuz και Barbaros στην Κυπριακή ΑΟΖ, ο καταιγισμός δεσμεύσεων με NAVTEX σε όλη την ανατολική έκταση του Αιγαίου ανατολικά του 25ου παραλλήλου).

– Και, ο δεύτερος, γιατί η Ελληνική πλευρά για πρώτη φορά, απέναντι σε μια τέτοια επιθετικότητα (στην υψηλότερη ένταση μετά το 1974), λειτουργεί στην πράξη υποχωρητικά, αποκλειστικά διπλωματικά, με μηνύματα συμβιβασμού, χωρίς καμία κύρωση. Εν τέλει, μέσω των πιο επισήμων δηλώσεών της (του πρωθυπουργού), και, μάλιστα, στο μέσον της κορύφωσης της κρίσης από την Τουρκία, αποδέχεται παραχωρήσεις (υπό το κάλυμμα για τη διαχείριση της Ελληνικής κοινής γνώμης της Χάγης).

Η άρνηση από την Τουρκία του Δικαίου της Θάλασσας και των εξ αυτού παραγόμενων και νομικά θεμελιωμένων Ελληνικών δικαιωμάτων σχετίζεται: τόσο με το γεγονός ότι η ίδια πιστεύει πως μπορεί να επιβάλλει τους διεκδικητικούς στόχους της με την ισχύ και μέσω της αποδοτικής της στρατηγικής που προαναφέραμε, όσο κι από τη θέση της ότι η επιβολή -κατοχύρωση των στόχων της μέσω της ισχύος της την καθιστά αδιαμφισβήτητο κυρίαρχο πυλώνα στην περιοχή αφού η Ελλάδα θα έχει υποκύψει και συμβιβασθεί και στο εξής θα συμπεριφέρεται με το σύνδρομο της ”μικρής και αδύναμης” χώρας (περιθωριακής, απέναντι στην κυρίαρχη Τουρκία).

Η άρνηση από την Τουρκία του δρόμου προς τη Χάγη αποτελεί διάσταση της στρατηγικής της κι όχι μόνο τακτική μιας χώρας που ιστορικά έμαθε να αυθαιρετεί περιλαμβάνοντας ενίοτε και πειρατικές συμπεριφορές.

Το ενδεχόμενο αποδοχής της Χάγης από την πλευρά της Τουρκίας θα γινόταν μόνον υπό δύο όρους:

1ος. Στο Συνυποσχετικό Τουρκίας-Ελλάδος προς το Δικαστήριο να περιλαμβάνονταν η ευρεία ατζέντα των διεκδικήσεων της, και,

2ος. Στο Συνυποσχετικό να περιλαμβάνεται προσυμφωνημένο πλαίσιο λύσεων -ρυθμίσεων επί των διεκδικήσεων της Τουρκίας, το οποίο θα λειτουργεί ως υποστήριξη -υπόδειξη προς το Δικαστήριο για την τελική του απόφαση.

Οι δύο παραπάνω όροι δεν είναι ασφαλώς τίποτα άλλο από την μετονομασία της διακρατικής πολιτικής συμφωνίας Τουρκίας- Ελλάδας (με αποδοχή των τουρκικών διεκδικήσεων, δηλαδή ελληνικές παραχωρήσεις) σε Απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης. Απόφαση, την οποία πριν καν ξεκινήσουμε προς τα εκεί – προς τη Χάγη – ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει ήδη σπεύσει να προεξοφλήσει ότι θα την εφαρμόσει!

Πρέπει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι και οι εταίροι στην Ε.Ε. τηρούν επαμφοτερίζουσα στάση. Πέρα από την μη απόφαση κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας, παραχωρούν, επί της ουσίας, στην Τουρκία άνεση χρόνου για την ολοκλήρωση ενός διεκδικητικού πρώτου γύρου οριοθετικών δράσεων της στην ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Χρειάζεται να τονίσουμε, πως παρά την δίκαια εν πολλοίς λαϊκή οργή απέναντι στους ευρωπαίους εταίρους και ιδιαίτερα τη Γερμανία, η υποχωρητική και αντιφατική στάση της Ελληνικής κυβέρνησης που δηλώνει, μάλιστα, κάθε φορά και ικανοποιημένη, είναι εκείνη που παρέχει περιθώρια μιας τέτοιας στάσης της Ε.Ε. στα Συμβούλια Κορυφής.

Πολύ κρίσιμο, πάντως είναι ότι η Ε.Ε. -και σε κάθε περίπτωση ο ηγετικός της πυρήνας- για την επίλυση των ”διαφορών” δεν είναι αναφανδόν και ρητά υπέρ της Χάγης, παρά παραπέμπουν, με την υποστήριξη και των ΗΠΑ, στο Ελληνοτουρκικό διάλογο. Επιμένουν, δε, σ΄ αυτόν χωρίς αναφορά έστω σε καταληκτική επίλυση των ”διαφορών” με δικαστικό τρόπο μέσα από το Διεθνές Δικαστικό σύστημα (Χάγη ή Αμβούργο, γιατί εκτός της Χάγης, υπάρχει και το Αμβούργο το οποίο για πολλούς είναι το ενδεδειγμένο για τέτοιες διαφορές Δικαστήριο).

ΧΑΓΗ: ΛΥΣΗ Η ΑΝΕΦΙΚΤΗ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ;

Η Χάγη, εκτός από τα παραπάνω, αποτελεί και για όσους στην Ελλάδα την προβάλλουν ως πανάκεια, ένα πολύ θολό σχήμα. Επειδή δεν έχουν να προτείνουν μια ρεαλιστική, αποτελεσματική πολιτική, ή γιατί δεν πιστεύουν σε μια Πατριωτική αποφασιστική πολιτική, έχουν μετατρέψει τη Χάγη σε πολιτική γραμμή.

Χωρίς Θαλάσσιους Χάρτες για την ΑΟΖ και τη υφαλοκρηπίδα, χωρίς αποφασισμένη οριοθετημένη συνορεύουσα ΑΟΖ με την Κύπρο, χωρίς ευθείες γραμμές βάσης για τους κλειστούς κόλπους, χωρίς χωρικά ύδατα 12 ν.μ., ποιό είναι συγκεκριμένα το αποφασισμένο, ανακηρυγμένο στον ΟΗΕ και προς σ΄ όλες τις χώρες Ελληνικό εθνικό πλαίσιο κυριαρχίας και εφαρμοσμένων κυριαρχικών δικαιωμάτων; Ποιο είναι το πλαίσιο που ορίζει και τις εθνικές ”κόκκινες γραμμές” τις οποίες η Εθνική αντιπροσωπεία θα υποστηρίζει παντού και στο Δικαστήριο της Χάγης; Γιατί δεν προβάλλονται τα 12 ν.μ., σε συνδυασμό με τη ”μέση γραμμή” και την τήρηση της ελεύθερης διεθνούς ναυσιπλοΐας, ως η λύση με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας;

Η Χάγη δεν αποτελεί, λοιπόν, μόνο υποκατάστατο της ανύπαρκτης πολιτικής τους, αποτελεί και θολό σχήμα για να τους επιτραπεί, χρησιμοποιώντας ακριβώς αυτή τη θολότητα, ένας υποχωρητικός συμβιβασμός παραχωρήσεων, μακριά, μάλιστα, από τον προενημερωμένο Ελληνικό Λαό και το στρατευμένο τμήμα του, στις αίθουσες της Χάγης και τα παρασκήνια. Ένας συμβιβασμός, όπου τα αποδιδόμενα στην Ελλάδα, κατοχυρωμένα ούτως ή άλλως από τις υπαρκτές Συμβάσεις (Λωζάννη) και το Δίκαιο της Θάλασσας, θα χαρακτηρισθούν νίκη, ενώ τα παραχωρούμενα στην Τουρκία θα χαρακτηρισθούν απόφαση του Δικαστηρίου, που οφείλουμε να εφαρμόσουμε! Αλίμονο…

Αλλά τα ”σχέδια” αυτά αυτών των ελίτ που η παρακμή τους σέρνει σε αδιέξοδο και την Πατρίδα δεν θα ευοδωθούν γιατί η Τουρκία την οποία ουσιαστικά έχουν αποδεχθεί ως κυρίαρχη στοχεύει σε χειρότερη μοίρα και για την ίδια. Η Πατρίδα όμως και ο Ελληνικός Λαός πρέπει να έχει -και μπορεί να έχει!- άλλο δρόμο.

ΤΑ ΖΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ

Τα πράγματα θα προχωρούν προς τα επιδιωκόμενα από την Τουρκία αποτελέσματα, ενόσω δεν υπάρξει ανάσχεση και αντιστροφή τους. Αντιστροφή, η οποία μπορεί να προκληθεί και να συμβεί μόνο αν και όταν η Ελληνική πλευρά εκπροσωπηθεί με αξιοπιστία και σοβαρότητα από μια Ηγεσία που σχεδιασμένα και υπεύθυνα θα εφαρμόσει μια ανάλογη πατριωτική-δημοκρατική γραμμή ενίσχυσης της Ελλάδας και προάσπισης της κυριαρχίας και των δικαιωμάτων της.

Πάντως, η Τουρκία καθ΄ όλη αυτή την περίοδο της τελευταίας 10ετίας που το νεο-οθωμανικό δόγμα της εκφράστηκε με καθαρότητα και δράσεις επί των πεδίων, έχει σταθμίσει και ορισμένα άλλα πράγματα που την ενθαρρύνουν (αποθρασύνουν) σ΄αυτήν την κατεύθυνση, στο να συνεχίσει στο δρόμο που έχει σχεδιάσει και από τις εξελίξεις τον θεωρεί αποτελεσματικό για την ίδια.

Τα πράγματα αυτά, συνιστούν, από μιαν άλλη οπτική και τα ελλείμματα μιας Ελληνικής εθνικής στρατηγικής, καθώς και την αναγκαιότητα της συγκρότησης της εκπροσώπησής της.

– Είναι ο στρατιωτικός μηχανισμός αποτροπής του Στόλτενμπεργκ και του ΝΑΤΟ, όπου το κύριο ζήτημα δεν είναι η ζητούμενη από την Ελλάδα ”αποκλιμάκωση”, αλλά η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, έστω η ”ήπια αποστρατιωτικοποίηση”!. Ήπια αποστρατιωτικοποίηση που για ορισμένα πυραυλικά συστήματα υποστηρίζεται κι από τις ΗΠΑ! Δηλαδή, το ζήτημα που κερδίζει έδαφος – άκουσον, άκουσον!- είναι ο αφοπλισμός του καθοριστικού μετώπου άμυνας και αποτροπής της Ελλάδας (του μετώπου του Αιγαίου), κατά τα πρότυπα της απογύμνωσης της Κύπρου το 1973 -74, για την απόκτηση ελευθερίας κινήσεων της τουρκικής Στρατιάς του Αιγαίου, όπως και τότε των εισβολέων στην Κύπρο, τον Ιούλιο 1974. Ο μηχανισμός αυτός με ένα παρόμοιο περιεχόμενο και μια ανάλογη ατζέντα καμία θετική υπηρεσία δεν προσφέρει για την Ελλάδα και η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον, με αυτούς τους όρους, να τον αποδέχεται.

– Είναι η διαπίστωση ότι η παρούσα Ελληνική κυβέρνηση δεν έχει και δεν δείχνει ότι δεν δύναται να έχει πραγματικές ”κόκκινες γραμμές” και ότι η μόνη της προσδοκία είναι η στάση της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία, όπου, όμως, η Γερμανία και ορισμένοι σύμμαχοί της δεν επιτρέπουν πραγματικές κυρώσεις. Είναι ακόμα η τσεκαρισμένη από την Τουρκία ελληνική πρωθυπουργική υποχωρητικότητα, αφού τον Ιούλιο 2020, όταν η Τουρκία εκδήλωσε πλήρως την επιθετικότητά της μίλησε για ”κόκκινη γραμμή” και απάντηση της Ελλάδας, αν διενεργούσε (η Τουρκία) έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, και ένα μήνα μετά ακύρωνε αυτή τη γραμμή.

– Είναι η ουσιαστική διάσπαση του ενιαίου μετώπου Ελλάδος – Κύπρου, ακόμα και της ενιαίας στάσης, απέναντι στην επιθετικότητα της κατοχικής Τουρκίας, και όπου η Τουρκία κερδίζει όχι μόνο εντυπώσεις και θέσεις τακτικής, αλλά και έμμεση -παρασκηνιακή αναγνώριση δικαιωμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ, έστω στο όνομα των προστατευόμενων της τουρκοκυπρίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η επί ενάμιση χρόνο άρνηση κυρώσεων από την Ε.Ε. έναντι της Τουρκίας, υπό την καθοριστική επήρεια της Γερμανίας, για παραβιάσεις -καταλήψεις της κυπριακής ΑΟΖ σχετίζονται με την δήθεν επίλυση του κυπριακού ζητήματος. Δηλαδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση σχετίζονται με την αποδοχή του γεγονότος ότι η πράξη εισβολής της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ προέρχεται και νομιμοποιείται από το ρόλο της ως εγγυήτριας δύναμης των τουρκοκυπριακών συμφερόντων!!

– Είναι η αναποφασιστικότητα στη σύναψη ισχυρών συμμαχιών με χώρες καταλυτικού εκτοπίσματος στην περιοχή (Γαλλία), το έλλειμμα αναστήματος απέναντι στον κυρίαρχο σύμμαχο -εταίρο στο ΝΑΤΟ (των ΗΠΑ) για πραγματικά ανταλλάγματα αμυντικής κάλυψης τη στιγμή που τους έχουν εκχωρηθεί οι σημαντικότερες μετά τον Β΄ Π. Πόλεμο διευκολύνσεις! Καθώς και η παράδοξη απομόνωση της Ελλάδας, μια κατεξοχήν μεσογειακής -θαλάσσιας (πολυνησιακής, ναυτικής, εξωστρεφούς) χώρας στον ευρωπαϊκό (ηπειρωτικό) χώρο. Με υποβάθμιση στην αξιοποίηση της θέσης, της ιστορίας και του ρόλου της στη Μεσόγειο με χώρες όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Λιβύη (του Χάφταρ), αλλά και ευρύτερα τη Ρωσία, την Κίνα και τις αραβικέ χώρες, ιδιαίτερα εκείνες που βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τις ηγεμονικές νεο-οθωμανικές βλέψεις της Τουρκίας (για το βάθεμα του ρήγματος στον μουσουλμανικό κόσμο).

– Είναι, ακόμα, το γεγονός ότι κατοχυρωμένα δικαιώματα από το Δίκαιο (Διεθνές και Δίκαιο της Θάλασσας- UNCLOS) δεν ασκούνται, δεν εφαρμόζονται. Ο ορισμός των γραμμών βάσης σε όλους τους κλειστούς κόλπους της νησιωτικής και παραθαλάσσιας Ελληνικής επικράτειας. Ο ορισμός, η ανακήρυξη ΑΟΖ σε όλες τις περιβάλλουσες θαλάσσιες εκτάσεις με την δημοσιοποίηση και κατάθεση των σχετικών Ελληνικών Θαλάσσιων Χαρτών στους διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, ΕΕ, ΝΑΤΟ κ.λπ.) και σε όλες τις χώρες. Ο ορισμός κοινής-συνορεύουσας ΑΟΖ με την Κύπρο. Η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια με τήρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και τον ορισμό ”μέσης γραμμής” στα εφαπτόμενα με την Τουρκία σημεία και η συναφής ευθυγράμμιση με τα 12 ναυτικά μίλια και του εναέριου χώρου. Όλα αυτά, που αποτελούν δικαιώματα της Ελλάδας δεν ασκούνται, δεν εφαρμόζονται, και μοιραία ατονούν. Όταν δε αμφισβητούνται, όπως ενεργά συμβαίνει από την Τουρκία, κινδυνεύουν να απολεσθούν. Από την Τουρκία, η μη υλοποίηση αυτών των Ελληνικών δικαιωμάτων ερμηνεύεται ότι η Ελλάδα (η κυβέρνησή της, και το όλο σύστημα εξουσία της) δεν διαθέτει ούτε τη σχετική, ισχυρή βούληση, ούτε τις απαραίτητες για αυτά προϋποθέσεις – δυνάμεις, μέγεθος, υλικούς, στρατιωτικούς και συμμαχικούς πόρους -, και επομένως θα υποχρεωθεί να ενδώσει στις πιεστικές τουρκικές απαιτήσεις.

Τα παραπάνω ελλείμματα, αποτελούν ταυτόχρονα, μαζί με την ενίσχυση της αποτρεπτικής και ανταποδοτικής (με στρατιωτικούς όρους) ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων, προτεραιότητες για μια σύγχρονη, αποτελεσματική Εθνική Στρατηγική.

Σε προηγούμενα άρθρα μου και ιδιαίτερα στα: Αντιμετωπίζοντας την Τουρκία. Η Ελλάδα μπορεί ! (”Δίαυλος”, 19ο τεύχος, Ιούλιος 2020) και ”Το Oruc Reis στο Αιγαίο και τα μετά απ΄ αυτό… Η Τουρκία κλιμακώνει την αντιπαράθεση στο υψηλότερο μετά το Β΄ Π. Πόλεμο επίπεδο. Η Ελλάδα ;” (”Δίαυλος”, 21ο τεύχος, Σεπτέμβριος 2020) αναφέρθηκα διεξοδικά στα ζητήματα της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, στην Ελληνική κυριαρχία και τα δικαιώματά της (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα), καθώς και σε μια συνεκτική δέσμη πολιτικών και επιλογών για μια αποτελεσματική Εθνική Στρατηγική.

ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, ΚΥΡΙΑΡΧΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΔΟΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ

Τελευταία, έχει απαλειφθεί από το λεξιλόγιο (κυβερνητικό και σχεδόν και των υπόλοιπων) ο όρος ”κόκκινες γραμμές” και η χάραξή τους, αφού δεν τηρήθηκαν κατά την προκλητική καταπάτησή τους με το τετελεσμένο του Oruc Reis τον Αύγουστο 2020 και πλέον δεν έχουν νόημα. Είναι χαρακτηριστική η υποχωρητική μετάβαση σε ένα νέο πλαίσιο μέσω και της προσπάθειας να διαχωριστούν οι όροι εθνική κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα, με σκοπό να δικαιολογηθεί η μη λήψη οποιονδήποτε μέτρων αποτροπής και ανταπάντησης από τη κυβέρνηση έναντι των τουρκικών προκλήσεων, αλλά και η δικαιολόγηση μιας στάσης αναμονής.

Ας σημειώσουμε επ΄ αυτών ορισμένα σημαντικά.

Α. Η Ελλάδα έχει σύνορα (σε θάλασσα, ξηρά και αέρα). Τα σύνορα με την Τουρκία ορίσθηκαν επακριβώς με τη Συνθήκη της Λωζάννης. Οι ”θεωρίες” της Τουρκίας για μη ακριβή ορισμό σε ορισμένα νησιά και βραχονησίδες είναι νομικίστικες κατασκευές έωλες, αβάσιμες και ψευδείς. Η ίδια Συνθήκη ορίζει και δικαιώματα αυτονομίας των Ελλήνων στην Ίμβρο και στην Τένεδο και ενός τύπου αυτοδιοίκησης, ελευθεριών και σεβασμού της θρησκείας, των περιουσιών, της γλώσσας, της παιδείας, και των ανθρώπινων δικαιωμάτων στου Έλληνες της Κωνσταντινούπολης (150.000) και της Σμύρνης. Η Τουρκία οφείλει να γνωρίζει ότι τα σύνορα που έχουν συναποφασισθεί γίνονται σεβαστά και δεν παραβιάζονται. Η Ελλάδα και οι υπεύθυνες για αυτό Δυνάμεις της θα τα φυλάξουν. Όποιος τα παραβιάσει χάνεται.

Β. Αν η Τουρκία θέλει να αλλάξει τα σύνορα έχει δύο δρόμους.

Ο πρώτος: να το ζητήσει από την Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να κάνει επ΄ αυτού καμία απολύτως συζήτηση. Το θέμα κλείνει.

Ο δεύτερος: να κηρύξει πόλεμο με σκοπό την αλλαγή των συνόρων. Ας το δοκιμάσει! Για τις κάθε φύσεως συνέπειες θα είναι απόλυτα υπεύθυνη!

Γ. Τα κυριαρχικά δικαιώματα είναι τα κατοχυρωμένα από το Διεθνές Δίκαιο εθνικά δικαιώματα ιδιαίτερα στις θαλάσσιες περιοχές (και συνακόλουθα και στον αέρα), τα οποία διαμορφώνουν την επικράτεια της Χώρας. Η οποιαδήποτε Χώρα και η Ελλάδα, ασφαλώς, δεν παραχωρεί, δεν εκχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα. Τα κυριαρχικά δικαιώματα, από το ισχύον Δίκαιο, είναι ισχυρά, όταν, δε, ανακηρύσσονται επίσημα από μια Χώρα αποτελούν απαραβίαστο τμήμα της. Η Τουρκία εάν έχει ενστάσεις για τα Ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα δεν μπορεί να επεμβαίνει επιθετικά και επεκτατικά, όπως το έπραξε τελευταία επί 35 μέρες με το Oruc Reis. Ούτε μπορεί η Τουρκία να επαναλαμβάνει και να συνεχίζει ατιμώρητη την ίδια επεκτατική πολιτική επιδιώκοντας να ορίσει αυτή αυθαίρετα και πειρατικά τα όρια της επικράτειας της Ελλάδας! Ούτε μπορεί ετσιθελικά η Τουρκία να ορίζει ότι η υφαλοκρηπίδα των Ελληνικών νησιών συμπίπτει με τα χωρικά ύδατα στα 6ν.μ. κι από κει και πέρα η Τουρκία έχει κάθε δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης της υφαλοκρηπίδας. Πράγμα που ακριβώς κάνει, τώρα, με τη δεύτερη πορεία του Oruc Reis φτάνοντας στα 6,5ν.μ. από το Καστελόριζο! Αυτή η συμπεριφορά πρέπει και οφείλει να αντιμετωπισθεί αποφασιστικά ως εχθρική και επεμβατική σε βάρος της Ελλάδας. Αν η Τουρκία, στο διεθνή λόγο της, όταν μιλάει -και δεν επεμβαίνει με στρατιωτικά μέσα- αναφέρει για την μακρά ηπειρωτική της ακτογραμμή, η Ελλάδα οφείλει να τονίζει ότι από τη φύση της έχει και θα έχει πολυνησιακή γεωγραφική και κοινωνική φυσιογνωμία, ότι αποτελεί την πιο νησιωτική χώρα της Ε.Ε., και μία από τις σημαντικότερες στον Κόσμο, ότι τα νησιά αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της Ελληνικής Επικράτειας και ιστορικό τμήμα του Ελληνικού Έθνους και ότι η συνολική της ακτογραμμή είναι περισσότερο από πέντε (5) φορές μεγαλύτερη από κείνη της Τουρκίας!

Δ. Στις περιοχές των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, η Ελλάδα ασκεί με δράσεις της αυτά τα δικαιώματα. Ας μην παίζουν οι απολογητές της ενδοτικής γραμμής παιχνίδι σκιών. Ας απαντήσουν:

Η Ελλάδα μπορεί να πραγματοποιήσει ό,τι ακριβώς και η Τουρκία στις περιοχές και ανατολικότερα των περιοχών όπου έδρασε το Oruc Reis, συνοδευόμενο από δυνάμεις του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού ; Δηλαδή, να πραγματοποιήσει έρευνες επί 35 μέρες ; Η Ελλάδα, στην εν ΄΄δυνάμει ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα΄΄(κατά την έκφραση των ενδοτικών των Αθηνών), ανατολικά του Καστελόριζου και στα συνορεύοντα σημεία με την κυπριακή ΑΟΖ, γιατί δεν πραγματοποιεί έρευνες ; Γιατί δεν το έχει κάνει, με τον τρόπο, π.χ., που τις έκανε στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης ; Επισημαίνω, ότι όταν έγιναν οι έρευνες αυτές (από τη μισθωμένη νορβηγική εταιρεία Petroleum Geo Services -PGS) δεν υπήρχε οριοθετημένη ΑΟΖ με την Ιταλία. Συνεπώς, οι συνθήκες είναι ακριβώς ίδιες. Επομένως, γιατί δεν πραγματοποιούνται στην ”δυνάμει ελληνική ΑΟΖ” ανατολικά του Καστελόριζου έρευνες και από την Ελλάδα, όπως είχε γίνει στην ”δυνάμει ελληνική ΑΟΖ” του Ιουνίου και νότια της Κρήτης, το 2012 -13 ; Ακόμα, και νότια -νοτιοανατολικά της Κρήτης, γιατί δεν εκτελούνται έρευνες ; Γιατί ο υπουργός Ενέργειας, κ. Χατζηδάκης εμπόδισε την παραχώρηση της ελληνικής ΑΟΖ νοτίως των νομών Ηρακλείου και Λασιθίου σε διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες που είχαν δείξει ενδιαφέρον;

Ε. Η Ελλάδα οφείλει να ξεκαθαρίσει τη θέση της. Δεν έχει τίποτα να διαπραγματευθεί απ΄ όσα η Τουρκία επιθυμεί. Στη “γλώσσα της Τουρκίας”: ότι δεν έχει τίποτα να παζαρέψει, τίποτα να παραχωρήσει. Ότι η απειλή του ” casus belli ” δεν έχει αντίκρισμα για την Ελλάδα, όταν αυτή ασκεί διεθνώς κατοχυρωμένα δικαιώματά της. Ότι η Ελλάδα ούτε εκφοβίζεται, ούτε εκβιάζεται και δεν υποχωρεί. Ότι, πράγματι, υπάρχει ανάγκη να γίνει η οριοθέτηση (κι όχι διανομή) της υφαλοκρηπίδας και η αντίστοιχη της ΑΟΖ. Τούτο, όμως, προϋποθέτει την αναγνώριση από την Τουρκία του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και των εξ αυτού σχετικών εθνικών δικαιωμάτων και Συμβάσεων, ώστε να είναι δυνατή και να έχει νόημα και η προσφυγή με Συνυποσχετικό στη Χάγη για το συγκεκριμένο θέμα μετά από τις επί τούτου αποκλειστικές συζητήσεις.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Βρισκόμαστε στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι του Έθνους, τα τελευταία πενήντα (50) χρόνια. Εξελίσσεται και γίνεται ευρύτερη συνείδηση στην Ελληνική κοινωνία ότι οι υπάρχουσες ηγετικές κορυφές στο σύνολο του πολιτικού φάσματος δεν βρίσκονται σε αντιστοιχία με τους κινδύνους και τις ανάγκες του Έθνους και τα Ιστορικά ζητούμενα.

Το Εθνικό Ζήτημα βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο και το πιθανότερο είναι ότι, όπως και μέχρι τώρα στη διαδρομή του Ελληνικού Έθνους, να αποτελέσει σημείο εκκίνησης και μεγάλων μεταβολών στο πολιτικό σκηνικό.

Συγκέντρωση-σύγκλιση Δυνάμεων, Πολιτικό Σχέδιο, κατάλληλη Οργάνωση και Ηγεσία με Ανοιχτό Πνεύμα και Πατριωτικό -Δημοκρατικό ήθος αποκτούν υψηλή προτεραιότητα.

Θεσσαλονίκη, 15 Οκτωβρίου 2020