Η Γαλλία για την ευρωπαϊκή άμυναΜανώλης Μουράτογλου

Η Γαλλία επιστρέφει με μία παλιά πρόταση για «κοινό ευρωπαϊκό στρατό» που θα επιτρέψει στην ΕΕ να μην απευθύνεται πλέον για την άμυνα της στο ΝΑΤΟ. Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κλεμέντ Μπον, επανήλθε στο θέμα σε μία συνέντευξη του στο Politico [1].

Έκανε λόγο για «ευρωπαϊκό στρατό» και «σκληρή ισχύ» για την ΕΕ, μία προοπτική που θα υποστήριζε η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών, όπως εκτίμησε. Αναφέρθηκε στην αδυναμία της ΕΕ να αντιμετωπίσει το θέμα της ισχύος, την οποία εκχωρεί στο ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και τα εθνικά κράτη. Παράλληλα, στην ομιλία του στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, αναφέρθηκε σε μία «ισχυρότερη και περισσότερο αυτόνομη Ευρώπη», αλλά χωρίς αναφορά σε κοινό στρατό.

Σύμφωνα με τον Μπον, οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει «να ενωθούν και να αναπτύξουν εργαλεία» για να μπορέσουν να αμυνθούν αυτόνομα, από απειλές που βρίσκονται στην περιφέρεια της Ευρώπης, όπως η Ρωσία και η Τουρκία. Σε ό,τι την αφορά, η Γαλλία είναι οδηγός προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι γνωστό ότι το Παρίσι, ιστορικά, είναι υποστηρικτής της άποψης για «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, ασχέτως αν άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν αισθάνονται άνετα με αυτή την προοπτική.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΠΤΙΚΗ

Παρόλα αυτά, εδώ και καιρό το θέμα αυτό εμπεριέχεται στην ατζέντα της ΕΕ, ασχέτως αν δεν υπάρχει στο τραπέζι το θέμα της στρατιωτικής ολοκλήρωσης των Ενόπλων Δυνάμεων των κρατών-μελών.

Τον Σεπτέμβριο 2019, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε ξεκαθαρίσει ότι «η ΕΕ δεν θα γίνει ποτέ μία στρατιωτική συμμαχία» και ότι «το ΝΑΤΟ θα αποτελεί πάντα τη συλλογική μας άμυνα». Ακόμη και τότε, οι απόψεις της ντερ Λάιεν δεν αντιπροσώπευαν μία οπισθοχώρηση από ένα κοινό αμυντικό σχέδιο της ΕΕ. Ως υπουργός Άμυνας της Γερμανίας ήταν μεταξύ αυτών που προωθούσαν τις κοινές πρωτοβουλίες, ήταν ένθερμος υποστηρικτής των PESCO και των διαπραγματεύσεων που οδήγησαν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας.

Σε σχέση με τις θέσεις που προωθεί το Παρίσι, υπάρχει μία στρατηγική διαφορά. Το πρόγραμμα των Βρυξελλών στοχεύει στην αμυντική βιομηχανική ολοκλήρωση και στην συστηματοποίηση των προσπαθειών των κρατών για R&D στον στρατιωτικό τομέα. Ο στόχος είναι η ισχυροποίηση της Ευρώπης της Άμυνας, αλλά όχι η δημιουργία μίας στρατιωτικής συμμαχίας.

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΟΠΤΙΚΗ

Για πρώτη φορά, τον Νοέμβριο 2018, ο Εμμανουέλ Μακρόν έκανε λόγο για μία «κυρίαρχη και ισχυρή Ευρώπη», η οποία θα μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της «μέσα από έναν πραγματικά ευρωπαϊκό στρατό». Από μόνη της αυτή η αναφορά δεν θα είχε πολύ μεγάλη σημασία, αν δεν συνοδεύονταν από τη διαπίστωση ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει απειλές που θα προέρχονται «από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ». Η εξίσωση των απειλών από τις δύο μεγάλες δυνάμεις ήρθε σε μία περίοδο που οι σχέσεις ανάμεσα στο Παρίσι και την Ουάσιγκτον, ήταν στο χαμηλότερο δυνατόν επίπεδο. Από την άλλη, αυτή η στάση των ίσων αποστάσεων, απεκάλυπτε ότι το Παρίσι φιλοδοξούσε να ηγηθεί της ευρωπαϊκής άμυνας.

Είχε προηγηθεί η πρωτοβουλία Μακρόν που ονομάστηκε Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Παρέμβασης (ΕΙ2). Η πρωτοβουλία υπό την ηγεσία της Γαλλίας είχε δημιουργηθεί επίσημα τον Ιούνιο του 2018, όταν οι Υπουργοί Άμυνας του Βελγίου, της Δανίας, της Γερμανίας, της Εσθονίας, της Γαλλίας της Ολλανδίας της Πορτογαλίας της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασίλειου υπέγραψαν μια επιστολή προθέσεων στο Παρίσι, καθιερώνοντας τη συνεργασία τους και εκτός των υφιστάμενων δομών, όπως του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Άμυνας. Η Φινλανδία προσχώρησε στη στρατιωτική πρωτοβουλία τον Νοέμβριο του 2018, όταν η πρωτοβουλία άρχισε να λειτουργεί και επίσημα. Στη δεύτερη συνάντηση της πρωτοβουλίας που πραγματοποιήθηκε στις Κάτω Χώρες, οι δέκα Υπουργοί της Άμυνας καλωσόρισαν τη Νορβηγία και τη Σουηδία στους κόλπους της. Ακολούθησαν η Ιταλία και η Ρουμανία.

Σύμφωνα με το ιδρυτικό έγγραφο, η ιδέα είναι η ανάπτυξη μίας «Κοινής Στρατηγικής Κουλτούρας», που θα μπορεί να κάνει δυνατή την αλληλενέργεια ανάμεσα στα κράτη-μέλη, πράττοντας από κοινού στις αποστολές, ως κομμάτι του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, των ΗΕ, αλλά και άλλων ad-hoc συμμαχιών.

Η ΕΙ2 αποτέλεσε την απάντηση που έψαχνε το Παρίσι στη δημιουργία των PESCO, τις οποίες δεν θεωρούσε ως αποτελεσματικά εργαλεία, γιατί η σύνθεσή τους είχε να κάνει με λίγες χώρες, κατά περίπτωση. Ωστόσο, η γραμμή υπέρ των PESCO που στήριξαν η Ιταλία και η Γερμανία ─διά της ντερ Λάιεν─ επικράτησε, ενώ η ΕΙ2 δεν δείχνει προς το παρόν, κάποια ιδιαίτερη δυναμική.

Η ΓΑΛΛΙΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ

Τους τελευταίους μήνες το Παρίσι προωθεί συστηματικά την «στρατηγική κυριαρχία της Ευρώπης», αντιμετωπίζοντας την τουρκική επιθετικότητα στη Μεσόγειο, κρατώντας μία σταθερά σκληρή στάση. Στη συνέντευξη του Κλεμέντ Μπον, επανέρχεται το θέμα του ευρωπαϊκού στρατού, ενώ αντίπαλοι θεωρούνται «η Ρωσία και η Τουρκία», ενώ γίνεται προσπάθεια να αποφευχθεί οποιαδήποτε αναφορά στις ΗΠΑ.

Η Γαλλία δεν κρύβει τη δυσαρέσκεια της με το ΝΑΤΟ, το οποίο θεωρεί υπεύθυνο ότι δεν μπορεί να λύσει τις διαφορές μεταξύ δύο μελών του, της Ελλάδας και της Τουρκίας, ενώ δεν εκτιμά και την στάση του στο επεισόδιο με τη γαλλική φρεγάτα. Εξάλλου, ο πρόεδρος Μακρόν, έχει χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ ως «εγκεφαλικά νεκρό».

Μπορεί η Γαλλία να επιδιώξει κάτι περισσότερο στη Μεσόγειο μέσα από μία διμερή αμυντική συμφωνία με την Ελλάδα; Θεωρητικά θα μπορούσε, αλλά η Ελλάδα είναι ένας αδύναμος κρίκος, επιρρεπής στις πιέσεις από το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον. Από την άλλη, η Λευκωσία είναι ανίσχυρη για να βοηθήσει τη Γαλλία στους σχεδιασμούς της για την Ανατολική Μεσόγειο.

Αν όμως, η τουρκική επιθετικότητα συνεχιστεί στην περιοχή, τότε μπορεί να ανοίξει για το Παρίσι ένα παράθυρο ευκαιρίας για να προωθήσει τις θέσεις του στην ΕΕ.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] https://www.politico.eu/article/eu-hard-power-russia-turkey-france-minister/