Η διαχείριση των εντάσεων στον ΈβροΒαγγέλης Χωραφάς

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΝΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ

Η πολιτική των εντάσεων που ακολουθεί συστηματικά η Τουρκία για την επίτευξη των στόχων της αντιμετωπίζεται από την Ελλάδα στο πλαίσιο μιας πολιτικής αντιδράσεων απέναντι στις συγκεκριμένες προκλήσεις. Τόσο η διάγνωση της γενικής στρατηγικής επιδίωξης όσο και η διπλωματική και επιχειρησιακή ανάσχεση των επιμέρους τουρκικών προκλήσεων της εκάστοτε συγκυρίας θα εξακολουθήσει να είναι ατελέσφορη για δύο συγκεκριμένους λόγους: Ο πρώτος αφορά την ουσιαστική διάκριση ανάμεσα στη διαχείριση των εντάσεων και στη διαχείριση των κρίσεων. Ο δεύτερος έχει σχέση με τη διακρίβωση του ρόλου της πρόκλησης εντάσεων ως εκδήλωσης συγκεκριμένης και οροθετημένης πολιτικής στρατηγικής.

Επομένως, απουσιάζει από τους ελληνικούς προβληματισμούς ένας ενδιάμεσος «χώρος σχεδίασης και δράσης» ανάμεσα στο ευρύτερο στρατηγικό επίπεδο και στην τακτική αντιμετώπιση της εκάστοτε συγκυρίας. Σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο αναφοράς, η πρόκληση εντάσεων δεν είναι η υιοθέτηση μιας διαρκούς πρακτικής για την προώθηση του στρατηγικού στόχου της ανατροπής του status quo στο Αιγαίο ούτε ασύνδετες προκλήσεις για τη διατήρηση της πίεσης στην Ελλάδα και της εκπλήρωσης των κάθε φορά επιμέρους διπλωματικών στόχων της Άγκυρας.

Χωρίς να διακρίνουμε τη διαχείριση των εντάσεων από τη διαχείριση των κρίσεων, είναι εξαιρετικά δύσκολο να εστιάσουμε στη διαμόρφωση σταθεροποιητικών πολιτικών στα πλαίσια των διμερών σχέσεων με τη Τουρκία.

ΟΙ ΣΥΓΧΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝΤΑΙ

Αν δεν ενταχθεί η πρόκληση εντάσεων στην εκάστοτε πολιτική στρατηγική της άλλης πλευράς, το αποτέλεσμα θα είναι η ανακολουθία επιδιώξεων και μέσων στην αντιμετώπιση των προκλήσεων, που θα οδηγεί είτε σε ανοχή και ενθάρρυνση των προκλήσεων είτε σε ατελέσφορες και επικίνδυνες κλιμακώσεις.

Η ατελέσφορη διαχείριση των προκλήσεων και πολύ περισσότερο η διεύρυνση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των εντάσεων, η πρόκληση ελεγχόμενων κρίσεων και η τυχόν διπλωματική ενίσχυση των διεκδικήσεων της άλλης πλευράς έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση σε ορισμένους πολιτικούς θεσμούς, όπως το ΥΠΕΞ και το ΥΠΕΘΑ σχετικά με το περιεχόμενο της ελληνικής εθνικής στρατηγικής. Η διαχείριση των εντάσεων απαιτεί ψυχραιμία και μετριοπάθεια, βασίζεται όμως σε νηφαλιότητα και επεξεργασμένες αντιλήψεις, που κατανοούν σε βάθος τις προκλήσεις της συγκυρίας και τη συνδέουν με την εκάστοτε πολιτική στρατηγική και τους ευρύτερους στρατηγικούς στόχους της άλλης πλευράς για την ανατροπή του status quo στο Αιγαίο και τη δημιουργία τετελεσμένων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η ΟΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟΥ

Η κυβέρνηση φαίνεται να κινείται με βάση τον αέρα της επιτυχίας στην ένταση στον Έβρο, την περίοδο Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Εξάλλου, αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει από τότε και της πιστώνουν την επιτυχή διαχείριση.

Στα γεγονότα του Έβρου, η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός δεν είχε καμία άλλη επιλογή από το να αντισταθεί. Επρόκειτο για εισβολή σε ελληνικό έδαφος.

Ωστόσο, για την τουρκική πλευρά, η επιλογή οπλοποίησης του μεταναστευτικού, είναι κομβικής σημασίας. Να επισημάνουμε ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της χρησιμοποίησης του μεταναστευτικού ως μέσου πολιτικής πίεσης ─όπως για παράδειγμα στην κρίση του καλοκαιριού 2015, απέναντι στην ΕΕ─ και της οπλοποίησης του μεταναστευτικού, όπως στην περίπτωση του Έβρου το 2020.

Η οπλοποίηση του μεταναστευτικού, ή αλλιώς ο κοινωνιολογικός πόλεμος, όπως αποκαλείται από κάποιους, αποτελεί μία νέα ασύμμετρη απειλή, στο βαθμό που η μετακίνηση μίας μεγάλης μάζας ανθρώπων σε μία χώρα, προκαλεί χάος, εντάσεις και χειροτέρευση των οικονομικών συνθηκών, χωρίς ο επιτιθέμενος να έχει χρησιμοποιήσει συμβατικά στρατιωτικά μέσα και σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς να φαίνεται.

Το τελευταίο αφορά την περίπτωση της Φινλανδίας το 2016-2017, όταν αντιμετώπισε αυτή την κατάσταση σε περιοχές του Αρκτικού Κύκλου. Στον Έβρο, η Τουρκία δεν ήταν τόσο εκλεπτυσμένη στους χειρισμούς της σε σύγκριση με τη Ρωσία. Αυτοί οι λανθασμένοι χειρισμοί από την πλευρά της Τουρκίας, βοήθησαν την Ελλάδα στο να απαντήσει επιτυχώς, αφού βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο και δεν είχε περιθώρια επιλογών.

Η χρησιμοποίηση του μεταναστευτικού ως ασύμμετρης απειλής κατά της Ελλάδας και ως μέσου πολιτικής πίεσης κατά της Ευρώπης, θα μονιμοποιηθεί για τα επόμενα χρόνια.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΕΒΡΟ

Ωστόσο, οι εντάσεις στον Έβρο δεν αφορούν μόνο το μεταναστευτικό. Αφορούν και τη μόνιμη στρατηγική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα. Οι εντάσεις στην περιοχή υπάρχουν πάντα, αλλά το ΥΠΕΞ και το ΥΠΕΘΑ έχουν μάθει παραδοσιακά να τις υποτιμούν στο επίπεδο τοπικών τριβών, για να μην χρειαστεί να τις αντιμετωπίσουν σε ανώτερο επίπεδο.

Κατά τη διάρκεια της θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης, κατέρρευσε πλήρως η αποτρεπτική στρατηγική της χώρας, ενώ οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, έδειξαν πρόθυμοι να οδηγηθούν στα δικαστήρια, αλληλοκατηγορούμενοι για διάφορα θέματα. Το φιάσκο της σύλληψης των στρατιωτικών στον Έβρο, ήταν ένα από τα πολλά περιστατικά που υποδεικνύουν την αδυναμία της τότε κυβέρνησης στη διαχείριση των εντάσεων.

Η παρούσα κυβέρνηση, είχε να αντιμετωπίσει μία νέα πραγματικότητα μεταξύ των άλλων, την οπλοποίηση του μεταναστευτικού. Οι τουρκικές προκλήσεις όμως, δεν ξεκίνησαν με τα γεγονότα του Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Ξεκίνησαν από τον Δεκέμβριο 2019, όταν Τούρκοι στρατιώτες ύψωσαν την τουρκική σημαία στη Νησίδα Λούλου ή Λουλού, στο Πραγγί Διδυμοτείχου.

Ακολούθησαν και άλλες προκλήσεις, όπως οι χαμηλές πτήσεις τουρκιών αεροσκαφών στην περιοχή, οι πτήσεις επιτήρησης drones στα πλαίσια της «Επιχείρησης 1453», οι κινήσεις της Στρατοχωροφυλακής, οι πυροβολισμοί κατά της FRONTEX, για να φτάσουμε στα πρόσφατα γεγονότα του Μελισσοκομείου.

Όλα τα προηγούμενα δείχνουν ότι ο Έβρος θα χρησιμοποιηθεί ως μέτωπο εντάσεων και στα επόμενα στάδια και αυτού που πολλοί ονομάζουν υβριδικό πόλεμο, αλλά και στο πλαίσιο των συμβατικών απειλών κατά της Ελλάδας.

Η ΑΤΥΧΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ ΣΤΟΝ ΕΒΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΕΞ

Η διαχείριση από την πλευρά του ΥΠΕΞ των γεγονότων του Μελισσουργείου, υπήρξε πλήρως αποτυχημένη. Ασχέτως της έκτασης του επεισοδίου, της σοβαρότητας του (αν υπήρξε εισβολή σε ελληνικό έδαφος, όπως υποστήριζαν ξένες εφημερίδες, ή όχι), αν αφορούσε κάποιες δεκάδες μέτρα κατά το ΥΠΕΞ, ή όχι, αν αποτέλεσε fake news ακροδεξιών κύκλων ή όχι, το ΥΠΕΞ κατάφερε να δημιουργήσει μία εσωτερική πολιτική ένταση από το τίποτα και ταυτόχρονα να ρίξει σκιές στις προηγούμενες επιτυχίες της κυβέρνησης.

Σε συνέντευξη του στις 6/5/2020 στο Νίκο Χατζηνικολάου, ο Νίκος Δένδιας δήλωσε ότι στην κυβέρνηση είναι αποφασισμένοι «να μην επιτρέψουμε στην Τουρκία να οδηγήσει τις σχέσεις μας σε μια κλιμάκωση τέτοια που να φτάσουμε σε στρατιωτικοποίηση οποιασδήποτε διαφοράς». Η Ελλάδα κινείται στο πλαίσιο της «διεθνούς νομιμότητας» και, ως εκ τούτου: «δεν θα ακολουθήσουμε την Τουρκία στον κατήφορο».

Και συνέχισε ο υπουργός: «Η Ελλάδα έχει τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Δικαιούται να τα ασκήσει. Δικαιούται να υπερασπίσει τον εναέριο χώρο της, αυτό είναι προφανές. Όμως, νομίζω ότι η στρατιωτικοποίηση των διαφορών με την Τουρκία δεν θα οδηγήσει σε επίλυση. Θα οδηγήσει σε επιδείνωση.»

Από τα αποσπάσματα αυτά, γίνεται εμφανές ότι το ΥΠΕΞ δεν κατανοεί το τι σημαίνει στρατιωτικοποίηση της κρίσης ή της έντασης. Προφανώς, κινούνται με βάση τη λογική ότι πρώτα υπάρχει διπλωματική διαβούλευση και μετά στρατιωτικοποίηση μίας κρίσης, η οποία μπορεί να ισχύει γενικά, αλλά όχι πάντα και όχι σε περιπτώσεις διαχείρισης σύγχρονων μη παραδοσιακών απειλών.

Αναφορές για τη μη στρατιωτικοποίηση της κρίσης από επίσημους φορείς, δίνουν τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε αντίπαλο να αποκτήσει στρατηγικά πλεονεκτήματα στη διαχείριση μίας κρίσης. Για αυτό και δεν γίνονται, ή δεν πρέπει να γίνονται.

Παράλληλα, το ΥΠΕΞ δεν φαίνεται να κατανοεί το τι έγινε στον Έβρο τον Φεβρουάριο-Μάρτιο. Η απάντηση της Ελλάδας δεν έγινε με διπλωματικά μέσα, έγινε με στρατιωτικά. Οι δυνάμεις ασφαλείας απέτρεψαν την είσοδο σε ελληνικό έδαφος, όχι οι διπλωμάτες. Υπήρξε απευθείας στρατιωτικοποίηση της κρίσης, δεν προηγήθηκαν διαπραγματεύσεις.

Επομένως, η επιλογή της αποφυγής της στρατιωτικοποίησης της κρίσης, εξαρτάται μόνο εν μέρει από τον αμυνόμενο. Εξαρτάται κυρίως από τον επιτιθέμενο και από τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει.

ΤΟ ΥΠΕΘΑ ΣΕ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ ΡΟΛΟ

Υπάρχει όμως και το ΥΠΕΘΑ. Στα γεγονότα του Φεβρουαρίου-Μαρτίου, το ΥΠΕΘΑ έδειξε ετοιμότητα, γιατί ο στρατιωτικός μηχανισμός εξακολουθεί να έχει υψηλές δυνατότητες κινητοποίησης. Άρχισε όμως να δείχνει αναμενόμενες αδυναμίες στη διαχείριση της άσκησης «Καταιγίδα». Πότε ακουγόταν ότι η άσκηση θα αναβληθεί, πότε ακουγόταν ότι θα σπάσει στα τρία και θα μικρύνει, ενώ παράλληλα ακουγόταν ότι οι Η.Π.Α. και η Ε.Ε άσκησαν πιέσεις στην Ελλάδα ώστε να κάνει κάποιες υποχωρήσεις απέναντι στην Τουρκία. Η Άγκυρα είχε υποχρεωθεί να αναβάλει τη δική της ετήσια ναυτική άσκηση «Γαλάζια Πατρίδα», λόγω εμφάνισης μεγάλου αριθμού κρουσμάτων κορωνοϊού στο τουρκικό ναυτικό. Ενδιαμέσως, κάποιες εκατέρωθεν προτάσεις για μορατόριουμ ασκήσεων και γενική αποχή από προκλήσεις, έπεσαν στο κενό. Τελικά, ενώ η άσκηση ήταν έτοιμη να ξεκινήσει τη Δευτέρα 11 Μαΐου, εμφανίστηκε ως deus ex machina ο κορωνοϊός για να βγάλει το ΥΠΕΘΑ από τη δύσκολη θέση. Μια μέρα πριν την άσκηση, το ΓΕΕΘΑ ανακοίνωσε ότι αναστέλλει όλες τις προγραμματισμένες ασκήσεις για 15 ημέρες, στο πλαίσιο τήρησης των μέτρων κατά του κορωνοϊού.

Στα τελευταία γεγονότα του Μελισσοκομείου και αφού είχε δημιουργηθεί πρόβλημα με τους χειρισμούς του ΥΠΕΞ, βγήκε εκ των υστέρων το ΥΠΕΘΑ να διαβεβαιώσει ότι ουδέποτε καταλήφθηκε ελληνικό έδαφος από ξένες δυνάμεις. Πρόκειται για τραγική επικοινωνιακή διαχείριση μίας έντασης τόσο από την πλευρά του ΥΠΕΞ, όσο και από την πλευρά του ΥΠΕΘΑ.

Ο ΣΟΒΑΡΟΤΕΡΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ: ΤΟ ΜΑΞΙΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ

Αλλά υπάρχει και τρίτος εμπλεκόμενος, το Μαξίμου. Η κυβέρνηση βλέποντας την τροπή των πραγμάτων, δεν έπρεπε να αφήσει την επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος στα δύο υπουργεία, τα οποία από την πρώτη στιγμή έδειξαν σημάδια ανεπάρκειας. Έπρεπε να οργανώσει μία κεντρική παρέμβαση για να μην αφήσει να πάρει διαστάσεις το θέμα και να υπενθυμίσει ότι σε κεντρικό επίπεδο, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που αναδείχτηκαν στη διαχείριση της κρίσης του Έβρου και του κορωνοϊού, εξακολουθούν να υφίστανται.

Όλα δείχνουν ότι αναμένεται ένα δύσκολο καλοκαίρι, στον Έβρο, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η οπλοποίηση του μεταναστευτικού εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ, επομένως παρούσα είναι και η στρατιωτικοποίηση της κρίσης. Παράλληλα βρίσκονται σε ισχύ τα σχέδια της Άγκυρας για γεωτρήσεις στην περιοχή του Καστελόριζου, της Κύπρου και του Λιβυκού Πελάγους.

Η Αθήνα έχει πολύ μικρό χρονικό περιθώριο για να αντιδράσει. Αυτό το περιθώριο καθορίζεται από τις εξελίξεις της πανδημίας στην Τουρκία, από τις δυνατότητες σταθεροποίησης της τουρκικής οικονομίας που απειλείται με κατάρρευση και από τις εκτιμήσεις που θα κάνει η Άγκυρα για τις εξελίξεις στον τουριστικό τομέα, αυτό το καλοκαίρι.

Σε αυτό το μικρό περιθώριο, το Μαξίμου δεν έχει πολλές επιλογές. Με τον τρόπο που είναι οργανωμένο το υπάρχον σύστημα διαχείρισης κρίσεων σε θεσμικό επίπεδο, οι δυνατότητες διαχείρισης των εντάσεων και κρίσεων που κατά πάσα πιθανότητα έρχονται, είναι μικρές. Επομένως, θα πρέπει να αναζητηθεί και κάποια άλλη διέξοδος.

Το Μαξίμου λειτούργησε πολύ καλά στη διαχείριση της πανδημίας, δημιουργώντας μία επιτροπή ειδικών που διαχειρίστηκε το θέμα, στα πρότυπα του συστήματος COBRA που εφαρμόζει η Downing Street.

Στην ίδια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί και για την επερχόμενη κρίση του καλοκαιριού. Μπορεί να υπάρξουν αντιδράσεις, όπως συμβαίνει πάντα από το ΥΠΕΞ και το ΥΠΕΘΑ, δύο θεσμών που έχουν όρια στη διαχείριση των κρίσεων. Και αν το Μαξίμου δεν μπορεί, ή δεν προλαβαίνει να αντιμετωπίσει αυτές τις αντιδράσεις, τότε ας κινηθεί προς την κατεύθυνση της ενιαιοποίησης του συστήματος χειρισμού κρίσεων, για να μπορεί και το ίδιο να αντιλαμβάνεται καλύτερα τα όρια και τις προοπτικές που θα δημιουργούνται από τις κινήσεις της Άγκυρας.