Είναι το ΝΑΤΟ εγκεφαλικά νεκρό;Κώστας Κουρτίδης

Αφιέρωμα: 70 χρόνια ΝΑΤΟ

Με το Brexit προ των πυλών, το διαφαινόμενο τέλος της εποχής της Μέρκελ και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να βρίσκονται ακόμη σε μία μεταβατική φάση σε ό,τι αφορά τη λειτουργία τους, ο Εμανουέλ Μακρόν θεωρεί ότι ανοίγει ένα παράθυρο στρατηγικής ευκαιρίας για να δώσει νέα κατεύθυνση στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ: διάσωση της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, επανατοποθέτηση των σχέσεων με τη Ρωσία, άρνηση του ανοίγματος της ενταξιακής διαδικασίας για τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία και τέλος, ανακοίνωση για τον εγκεφαλικό θάνατο του ΝΑΤΟ.

Στη συνέντευξή του στον Economist στις 7/11, ο Εμανουέλ Μακρόν διεκήρυξε ότι «βιώνουμε τον εγκεφαλικό θάνατο του ΝΑΤΟ», ενώ ως αίτιο αυτής της δυσπραγίας θεωρεί την εγκατάλειψη της Ευρώπης εκ μέρους των ΗΠΑ. Ο Μακρόν δείχνει να αμφιβάλλει για τη βιωσιμότητα του άρθρου 5 της Συμμαχίας για την κοινή άμυνα, στο βαθμό που οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να δεσμεύονται από αυτό. Εξάλλου ο Ντόναλντ Τραμπ στη προεκλογική εκστρατεία του το 2016, είχε διακηρύξει ότι το ΝΑΤΟ είναι ξεπερασμένο. Αυτό που επιδιώκει ο Μακρόν, είναι να πάρει πίσω η Ευρώπη τη «στρατιωτική κυριαρχία» της.

Στη θέση του Μακρόν για τον εγκεφαλικό θάνατο του ΝΑΤΟ είχε συμβάλλει και ο μέντορας του Ζακ Ατταλί -στενός συνεργάτης του Φρανσουά Μιττεράν- ο οποίος στις 18/10 είχε δηλώσει «το ΝΑΤΟ είναι νεκρό, είμαστε μόνοι μας»

Ο Εμανουέλ Μακρόν θεωρεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος που δεν συμμερίζεται το ευρωπαϊκό project. Στη πραγματικότητα, αυτό που εννοεί είναι ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν συμμερίζεται το όραμα της Γαλλίας για μία ενοποίηση της Ευρώπης, η οποία θα μπορούσε να αποκλείσει τις ΗΠΑ. Όπως ο Ντε Γκωλ, ο Μακρόν θα επιθυμούσε μία ενοποίηση της Ευρώπης με βάση το γαλλικό σχεδιασμό, αλλά την Γερμανία ως οικονομική ατμομηχανή που θα μπορούσε να συμβάλλει αποφασιστικά στην οικονομική πτυχή της ολοκλήρωσης. Με βάση το ντεγκωλικό πρότυπο, ο Μακρόν θεωρεί ότι οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία ως αντιπρόσωπος της ΕΕ, θα πρέπει να δημιουργήσουν μία δομή που να καθορίζει τη πολιτική ασφάλειας για τη Δύση.

Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπισε ο Ντε Γκωλ και αντιμετωπίζει και σήμερα ο Μακρόν, είναι η αδυναμία της Γαλλίας να πείσει τους εταίρους της στην ΕΕ ότι είναι πιο αξιόπιστη από τις ΗΠΑ. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να πειστούν οι Ευρωπαίοι για τη μη αναγκαιότητα αμερικανικής ηγεσίας στο ΝΑΤΟ. Σε αυτό συμβάλλει και η, όπως φαίνεται, αντιφατική πολιτική του Μακρόν απέναντι στη Ρωσία, η οποία τον αποξενώνει από τη στήριξη των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.

Η παράμετρος αυτή θα πρέπει να συνυπολογιστεί με το γεγονός ότι ο Μακρόν θα πρέπει να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους να αυξήσουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς, κάτι εξαιρετικά δύσκολο.

Το τρίτο πρόβλημα αφορά το ρόλο της Ρωσίας. Ο Μακρόν θα ήθελε να επιδιώξει μία «επανατοποθέτηση της ασφάλειας της Ευρώπης» μεταξύ ΕΕ-Ρωσίας, αλλά ούτε τα κράτη της Βαλτικής ούτε η Πολωνία πρόκειται να τον στηρίξουν σε αυτό το εγχείρημα. Για να υπάρξει ένα νέο καθεστώς ασφάλειας στην Ευρώπη χρειάζεται η δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού, αλλά το Βερολίνο αντιτίθεται σε αυτή την ιδέα γιατί θα πρέπει να χρηματοδοτήσει ένα μεγάλο μέρος του.

ΤΙ ΘΑ ΣΗΜΑΙΝΕ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΗΠΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΤΟ

Το International Institute for Strategic Studies πραγματοποίησε μία μελέτη (Defending Europe: scenario-based capability requirements for NATO’s European members) τον Μάϊο 2019, για το πώς θα είναι η άμυνα της Ευρώπης και των ευρωπαϊκών συμφερόντων, αν οι ΗΠΑ αποχωρούσαν από το ΝΑΤΟ και δεν συνεισέφεραν στρατιωτικά.

Η μελέτη περιλαμβάνει σενάρια τα οποία θα εφαρμοστούν στο άμεσο μέλλον, τα οποία δημιουργούν ανάγκες αναδιάρθρωσης και επαύξησης των ενόπλων δυνάμεων των υπολοίπων χωρών του ΝΑΤΟ. Η μελέτη εστιάζει στο κατά πόσον οι υπόλοιπες χώρες μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις και πόσο χρόνο χρειάζονται.

Το πρώτο σενάριο αφορούσε την προστασία των θαλάσσιων γραμμών επικοινωνίας (SLOCs) σε παγκόσμια κλίμακα. Δηλαδή, οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να διαμορφώσουν ένα σταθερό περιβάλλον ασφάλειας για τη ναυτιλία στα ευρωπαϊκά χωρικά ύδατα, αλλά και πέραν από αυτά. Η μελέτη του IISS καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να επενδύσουν $204 δις για να υλοποιήσουν αυτό το σενάριο.

Το δεύτερο σενάριο αφορούσε την άμυνα του εδάφους του ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ, στο ενδεχόμενο επίθεσης από τρίτη κρατική οντότητα. Το σενάριο συγκεκριμενοποιήθηκε στην κατάληψη εδαφών της Πολωνίας και της Λιθουανίας από τη Ρωσία, που ενεργοποιούν το άρθρο 5 της συνθήκης του ΝΑΤΟ. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα ο Supreme Allied Commander Europe (SACEUR), να ενεργοποιήσει το σχέδιο Operation Eastern Shield για να αποτρέψει τη περαιτέρω εισβολή. Ταυτόχρονα, πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή και το σχέδιο Operation Eastern Storm για να αποκατασταθεί η εδαφική ακεραιότητα της Πολωνίας και της Λιθουανίας. Το IISS εκτιμά ότι οι ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να επενδύσουν ένα ποσό της τάξης των $288-$357 δις για να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο ενός περιορισμένου περιφερειακού πολέμου στην Ευρώπη.

Το δεύτερο σενάριο δεν είναι τυχαίο. Όλες οι χώρες του ΝΑΤΟ συμφωνούν ότι η αχίλλειος πτέρνα του ΝΑΤΟ είναι η περιοχή που ονομάζεται Άνοιγμα Σουβάλκι στη Πολωνία και θα μπορούσε να αποτελέσει τη δίοδο προσέγγισης των ρωσικών δυνάμεων στον ρωσικό θύλακα του Καλίνιγκραντ.

Αλλά, ακόμη και αν υπάρξουν αυτά τα ποσά, το IISS εκτιμά ότι θα χρειαστούν 20 χρόνια για να ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες που χρειάζονται για να μπορούν οι ένοπλες δυνάμεις να ανταπεξέλθουν σε τέτοιες καταστάσεις. Σε αυτή την εικοσαετία, κάποια σημαντική πρόοδος θα διαφανεί μετά το πέρας της πρώτης δεκαετίας.

ΟΙ ΧΕΙΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΗΠΑ

Η Ουάσιγκτον γνωρίζει καλά αυτές τις ευρωπαϊκές αδυναμίες και έχει καταναλώσει πολύ μεγάλο πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο για να επιτύχει συναινέσεις στην Ευρώπη. Όταν το 1966 ο Ντε Γκωλ ειδοποίησε τις ΗΠΑ ότι το αρχηγείο του ΝΑΤΟ και τα αμερικανικά στρατεύματα θα έπρεπε να αποχωρήσουν από το Παρίσι, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον, απέσπασε τη συναίνεση των υπολοίπων 14 χωρών του ΝΑΤΟ στο να διατηρηθεί το σύστημα αποτροπής του ΝΑΤΟ και η Γαλλία βρέθηκε απομονωμένη.

Η κύρια αιχμή της κριτικής του Μακρόν αφορούσε την ανικανότητα του ΝΑΤΟ να συζητήσει και πολύ περισσότερο να συντονίσει τη στάση του απέναντι στη τουρκική εισβολή στην βορειοανατολική Συρία. Κατά την άποψή του, η έλλειψη συντονισμού των μελών του ΝΑΤΟ σε μία σύγκρουση που αφορά όλους, αποτελεί απόδειξη ότι η Συμμαχία δεν επιτελεί τον κύριο σκοπό της. Για αυτό έθεσε το ρητορικό ερώτημα για το τι θα έπρεπε να συμβεί αν οι δυνάμεις του Άσαντ επιτίθονταν στις τουρκικές δυνάμεις – θα έπρεπε η Άγκυρα να επικαλεστεί το άρθρο 5 και να εμπλέξει ολόκληρο το ΝΑΤΟ σε μία πολεμική σύγκρουση; Είχε προηγηθεί το 2015 η κατάρριψη από την Τουρκία του ρωσικού αεροσκάφους πάνω από τη Συρία, που θα έφερνε σε δύσκολη θέση το ΝΑΤΟ, αν η Μόσχα δεν έδειχνε αυτοσυγκράτηση.

Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ από τη βορειοανατολική Συρία, δίνοντας de facto το πράσινο φως στον Ερντογάν να πραγματοποιήσει την εισβολή του, άφησε τις ειδικές δυνάμεις της Γαλλίας και τους συμμάχους της, κυρίως τους Πεσμεργκά, χωρίς υποστήριξη.

Ο Μακρόν αναφέρεται στο επαναλαμβανόμενο ερώτημα του Τραμπ για το λόγο που οι ΗΠΑ θα πρέπει να διασφαλίζουν την ασφάλεια της Ευρώπης, όταν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους. Εκτός από τον Τραμπ, η γαλλική διπλωματία αναφέρεται συχνά στην στροφή του Μπαράκ Ομπάμα στο θέμα της χρήσης χημικών όπλων στη Συρία. Πιο πρόσφατα, η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (INF) ακολουθώντας την παραβίασή της από τη Ρωσία, άφησε έκθετη τη γαλλική κυβέρνηση. Το Παρίσι θεώρησε ότι δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να συνταχθεί με τις ΗΠΑ, σε ένα θέμα που αφορά άμεσα την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Παλαιότερα, το 2003, η επέμβαση των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου στο Ιράκ, έγινε χωρίς την έγκριση του ΝΑΤΟ και παρά την εκφρασμένη αντίθεση της Γαλλίας και της Γερμανίας, ενώ ο πρόεδρος Σιράκ απειλούσε να θέσει βέτο για το θέμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας.

Ο Εμανουέλ Μακρόν αναπτύσσει ένα καλά δομημένο όραμα για τους κινδύνους ασφαλείας στην Ευρώπη και για το ότι η Ευρώπη πρέπει να βασιστεί στις δικές της δυνάμεις. Πολύ λίγοι διαφωνούν με αυτές τις διαπιστώσεις. Δεν μπορεί όμως να επιχειρηματολογήσει με αξιοπιστία στο πώς η Ευρώπη μπορεί να οικοδομήσει τις στρατιωτικές ικανότητές της μέσα σε ένα ρεαλιστικό χρονικό πλαίσιο. Οι αναφορές του Μακρόν στην πρόσφατη πρόοδο για τα αμυντικά θέματα στην Ευρώπη, περιλαμβανομένου και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας, είναι θετικές αλλά δεν μπορούν να δείξουν το δρόμο για μία αμυντική αυτοτέλεια της ΕΕ.

Το ίδιο αμφιλεγόμενη είναι και η θέση του Μακρόν ότι το ΝΑΤΟ είναι πράγματι ένα χρήσιμο εργαλείο για να αναπτύσσεται η διαλειτουργικότητα μεταξύ των συμμάχων. Η αντιμετώπιση του ΝΑΤΟ ως εργαλειοθήκης, αποτελεί μία επαναλαμβανόμενη θέση της γαλλικής διπλωματίας, το τελευταίο διάστημα. Πρόκειται για μία θέση η οποία αρνείται στο ΝΑΤΟ έναν περισσότερο πολιτικό ρόλο σε γεωπολιτικά ζητήματα.

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Οι δημόσιες τοποθετήσεις του Μακρόν, σπάνια ακολουθούνται από προσπάθειες επίτευξης συναίνεσης μεταξύ των εταίρων της ΕΕ. Σε αυτή τη περίπτωση όμως, υπήρξε άμεση ανταπόκριση.

Παρά την ενόχληση του Βερολίνου που εκφράστηκε δημόσια για τις δηλώσεις Μακρόν περί εγκεφαλικού θανάτου του ΝΑΤΟ, δεν υπήρξε περεταίρω επιδείνωση στις σχέσεις Γερμανίας-Γαλλίας. Αυτό αποδεικνύεται από την κοινή δισέλιδη πρόταση της 26/11, για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών θεσμών.

Η εμφάνιση αυτής της πρότασης προέκυψε από την ανάγκη να διασκεδασθούν οι εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από τις θέσεις Μακρόν και την αντίδραση του Βερολίνου, αλλά και από την επιθυμία να προκαταληφθούν τρεις σημαντικές διαδικασίες: η ανάληψη της υπό την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν νέας Κομισιόν την 1η Δεκεμβρίου, η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στις 3-4 Δεκεμβρίου στο Λονδίνο και η επόμενη Ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής στις 12-13 Δεκεμβρίου.

Οι δύο χώρες προτείνουν απολογισμό για την κατάσταση της υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον εντοπισμό μεταξύ των ευρωπαϊκών πολιτικών «εκείνων που πρέπει κατά προτεραιότητα να μεταρρυθμισθούν ή να βελτιωθούν, συμπεριλαμβανομένης μίας αναθεώρησης των Συνθηκών», διευκρινίζεται στο έγγραφο.

Η μεταρρύθμιση της διαδικασίας ορισμού του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές το 2024 είναι μία από τις ορισθείσες προτεραιότητες.

Το Παρίσι και το Βερολίνο προτείνουν τη συγκρότηση ομάδας εκπροσώπων και εμπειρογνωμόνων των ευρωπαϊκών θεσμών υπό την ηγεσία μίας «ειδικού βάρους ευρωπαϊκής προσωπικότητας». Για την αποστολή αυτή έχει αναφερθεί επανειλημμένως το όνομα του πρώην πρωθυπουργού του Βελγίου, του Φιλελεύθερου Γκι Φερχόφστατ, αλλά η προοπτική αυτή συναντά αντιδράσεις, σύμφωνα με ευρωπαίους αξιωματούχους.

Το γαλλογερμανικό έγγραφο θέλει να δείξει ότι η Γαλλία και η Γερμανία είναι ακόμη ικανές να διαμορφώσουν κοινές προτάσεις, την ώρα που πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι υπάρχει δυσκολία συνεννόησης ανάμεσα στον Εμανουέλ Μακρόν και την Άνγκελα Μέρκελ.

Η γαλλογερμανική πρόταση προϋποθέτει έγκριση από τους ηγέτες των χωρών της ΕΕ κατά τη σύνοδο κορυφής του Δεκεμβρίου.

Εάν εγκριθεί, η διαδικασία θα ξεκινήσει τον Ιανουάριο του 2020, υπό κροατική προεδρία. Η εξέταση των ευρωπαϊκών πολιτικών θα γίνει, στην περίπτωση αυτή, μετά το καλοκαίρι, υπό γερμανική προεδρία, και θα ολοκληρωθεί το 2022, υπό γαλλική προεδρία. «Θα πρέπει να καταλήξει σε χειροπιαστά και ακριβή αποτελέσματα, μέσω της διατύπωσης προτάσεων», διευκρινίζεται στο κείμενο.

Στο μεταξύ, η προσωπική επίθεση του Ταγίπ Ερντογάν στον Εμανουέλ Μακρόν, ότι ο ίδιος είναι εγκεφαλικά νεκρός, αναδεικνύει τα χάσματα που υπάρχουν μέσα στο ίδιο το ΝΑΤΟ και υπενθυμίζει ότι η τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ είναι μία νεκρή διαδικασία.

Το ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να αλλάξει, είναι κάτι που όλοι οι εταίροι συμφωνούν. Αλλά οι ΗΠΑ πιέζουν να τεθεί το θέμα της Κίνας στην ατζέντα του ΝΑΤΟ, κάτι που οπωσδήποτε δεν αποτελεί μία βιώσιμη λύση. Οι Ευρωπαίοι βλέπουν την Κίνα ως συστημικό αντίπαλο και οικονομικό ανταγωνιστή, αλλά ταυτόχρονα τη θεωρούν και ως δυνητικό στρατηγικό εταίρο. Η Κίνα είναι όλα τα προηγούμενα και γνωρίζει πολύ καλά ότι οι Ευρωπαίοι δεν την αντιμετωπίζουν ως υπ’ αριθμόν ένα εχθρό.

Πολλοί κατηγορούν τον Μακρόν, ότι η προσπάθειά του να πρωτοπορήσει στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, αποτελεί μία προσπάθεια ηγεμονίας στο συγκεκριμένο χώρο. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την εσωτερική διάσταση, οι κινήσεις Μακρόν είναι ορθολογικές. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στην άρνησή του για ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στις ενταξιακές διαδικασίες της ΕΕ. Λίγους μήνες πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές και δύο χρόνια πριν από τις προεδρικές εκλογές, η εξωτερική πολιτική του Μακρόν παίρνει μία συντηρητική στροφή.

Σε ό,τι αφορά την εξωτερική διάσταση, η παρέμβαση Μακρόν έχει ήδη θέσει στο τραπέζι της Συνάντησης των 29 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων του ΝΑΤΟ στο Λονδίνο στις 3-4 Δεκεμβρίου, ένα μεγάλο μέρος της ατζέντας που θα συζητηθεί. Μαζί, εννοείται, με τις προτεραιότητες των ΗΠΑ.